Le Solitaire - The Solitary - Ο Ερημίτης (μετάφραση αποσπασμάτων)

.






Στη σκιά των μισοσκότεινων κρυπτών, εμφανίστηκε μια μεγαλειώδης μορφή που κινούσε προς το μέρος της. Η συνεσταλμένη Ελοδία αναγνώρισε τον μοναχό του παρεκκλησιού. Ήταν μόνος. Δεν υπήρχε τίποτα το ανησυχητικό στην όψη του. Το ψηλό του παράστημα ήταν επιβλητικό. Η ομορφιά και η αρχοντιά του παρουσιαστικού του μιλούσαν περί ενός ανθρώπου μιας ανώτερης βαθμίδας. Η πρώτη σκέψη της ορφανής ήταν να το σκάσει, ωστόσο παρέμεινε ακίνητη στη θέση της. Στο τρεμούλιασμα του λυκόφωτος, επιχείρησε να διακρίνει τα χαρακτηριστικά του αγνώστου που την πλησίασε και που, τραβώντας κάτω από τον μανδύα του μια γαλάζια κορδέλα, την προσέφερε σιωπηλά στο νεαρό κορίτσι του αβαείου. Ήταν η ίδια κορδέλα που είχε παρθεί από το κιόσκι! Αμήχανη και σε σύγχυση, η Ελοδία έριξε ένα φοβισμένο βλέμμα προς τον άγνωστο, που η φαντασία της είχε ήδη ενδύσει με ιδιότητες όντος υπερφυσικού. Έστεκε τρέμοντας, ανίκανη να εξηγήσει στον εαυτό της την περίεργη δύναμη που είχε συλλάβει το βήμα της, εμπόδιζε την ομιλία της και της στερούσε τη θέλησή της.

«Κόρη της Ούντελαχ!» είπε ο άγνωστος, «συγχωρήστε έναν άνθρωπο της θλίψης, που, γνωρίζοντας τόσο λίγο τη δική του καρδιά, πίστεψε πως μια κορδέλα που τη φόρεσε η αθωότητα, θα μπορούσε να εξαγνίσει τη σκοτεινή του κατοικία σαν ένα φυλαχτό από τα ουράνια».

Έκανε μια παύση. Η φωνή του κατέστη βαθιά και σοβαρή όταν έτσι πήρε πάλι το λόγο: «Το πλάσμα που λάθεψε, ανακάλυψε το σφάλμα του κι έρχομαι ν’ αποκαταστήσω τη βλάβη. Αυτό που το πίστεψε προστατευτικό φυλαχτό, πολύ μακράν του να θεραπεύσει το πληγωμένο του πνεύμα, το εξερέθισε με νέα δηλητήρια και το έψαυσε με εκδικητικές φωτιές. Υπάρχει μια αιώνια δικαιοσύνη!Λάβετε πίσω αυτήν θανάσιμη κορδέλα· ο άθλιος δεν ήταν άξιος για να την κατέχει. Κάποιες φορές, σαν θα τη βλέπετε, άγγελε της κοιλάδας, νιώστε οίκτο για τον ένοχο που σας την υπέκλεψε».


(…)


Με τρεμάμενο χέρι ο άγνωστος έδειξε προς τον ουρανό. «Εκεί», ανέκραξε, «αν η μεταμέλεια δύναται να κλείσει την άβυσσο, εκεί, και μόνον εκεί μπορεί αυτός να πει, σας αγαπώ!». Έκπληκτη από την αγριάδα της φωνής του, η Ελοδία έγειρε προς τα πίσω ωχριώσα. «Ευγενές ορφανό», είπε αυτός, «μην τρέμετε· αυτός δεν μπορεί να σας βλάψει· πληγωμένος από θείο θυμό, δεν έχει καμία δύναμη πάνω σας. Τα σκοτάδια εκείνου πέρα του δάσους είναι λιγότερο μελανά από τα νέφη που περικυκλώνουν το πεπρωμένο του». Ξαφνικά, κάποιες τρομερές σκέψεις φάνηκαν να χαράσσουν το μέτωπό του. «Τι είπα! Τι! Σας εμπνέω εμπιστοσύνη; Όχι! Όλη η φύση σάς προειδοποιεί εναντίον του μέσω της φωνής μου. Αποφύγετέ τον, νεαρό λουλούδι της κοιλάδας! Η πνοή του είναι λαίλαπα, η παρουσία του θανατηφόρα!»​

«Αφήστε με!» είπε η Ελοδία, επιχειρώντας να διαφύγει, ασάλευτη από τον τρόμο. «Αφήστε με! Δεν σας καταλαβαίνω!» Ο περίεργος άνδρας απάντησε με έναν ήρεμο και συγκεντρωμένο τόνο. «Περιστέρα του μοναστηριού, δεν σας κρατώ· ο δρόμος σας είν' ελεύθερος. Δεν είναι για κάποια όπως εσείς που η φωνή της νυχτερινής αύρας μουρμουρίζει τόσο τρομερoύς ψιθύρους που συγκλονίζουν την ψυχή. Έχετε γεια! Προσευχηθείτε για μένα. Όμως μακριά από μένα η σκέψη να σας προσφέρω αγάπη!» είπε, κι έφυγε βιαστικά.

Σαν να ανακουφίστηκε από ένα μεγάλο βάρος, η ανεψιά του Χερστάλ ανέλαβε τις δυνάμεις της με μιας. Διέσχισε γοργά την αίθουσα, τους κήπους και την αυλή του αβαείου και, αφού ανέβηκε τα σκαλοπάτια του πυργίσκου της, με την καρδιά της ακόμα να χτυπά δυνατά από το φόβο, βρήκε καταφύγιο στο κελί της…



Charles-Victor Prevot, υποκόμης D’ Arlincourt,
The Solitary or The Mysterious Man of the Mountain
(πρωτότυπος τίτλος: Le Solitaire)
(Ο Ερημίτης ή ο Μυστηριώδης Άνδρας του Βουνού),
μτφρ. από τα γαλλικά (στα αγγλικά) από μια Αμερικανίδα Κυρία
("Αn American Lady"),
Νέα Υόρκη, 1822, σελ. 32-34.





[Σημ. Από όσο έχω ερευνήσει, το βιβλίο αυτό δεν μεταφράστηκε ποτέ στα ελληνικά. Αν γνωρίζει κάποιος κάτι διαφορετικό, ας μας το πει. :)]​







(...)


 
Top