Σιγαλίας και Μυξορούφουλας (Ιδιόλεκτος)

Όταν είμαι έξω και κρυώνω (και συμβαίνει συχνά αυτό τώρα το χειμώνα) λέω "έχει μια ψυχραιμία σήμερα" ή "κάνει λίγη ψυχραιμία". Τώρα δεν ξέρω ακριβώς αν είναι δική μου λεξιπλασία αυτή ή αν το άκουσα κάπου, μου άρεσε και το χρησιμοποιώ κι εγώ. Τόσο πολύ έχει ενσωματωθεί στο λεξιλόγιό μου.

Προφανώς, εδώ γίνεται ένας συνδυασμός της "ψύχρας" και της "ψυχραιμίας" ίσως, που είναι αναγκαία για να την αντιμετωπίσεις :χαχα: (τι είπα τώρα; )

Ή, μπορεί η δισύλλαβη λέξη "ψύχρα" να μου φαίνεται πολύ λίγη για να περιγράψει το πόσο πολύ κρυώνω. Θυμηθείτε και το "Χριστός ανέστακας" του Καζαντζάκη.
 
Last edited:

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Αυτό το φαινόμενο νομίζω πως κάπως λέγεται: όταν δηλ. αντικαθιστάς εν γνώσει σου μια λέξη με μιαν άλλη με την οποία μοιάζει ηχητικά (ενδεχομένως συνδέεται ετυμολογικά δίχως όμως αυτό να είναι απαραίτητο) αλλά διαφέρει παντελώς σημασιολογικά.

Το παράδειγμά σου με την λ. ψυχραιμία αντί για ψύχρα, το έχω ακούσει κι εγώ, ενδεχομένως να το έχω χρησιμοποιήσει κιόλας.

Άλλο παράδειγμα: όταν ήμουν λυκειόπαιδο θυμάμαι πως έλεγα μ’ έναν ξάδερφό μου "πάμε να περάσουμε απεναντίας" εννοώντας βέβαια "να περάσουμε απέναντι". Το λέγαμε σαν για πλάκα.

Άλλο παράδειγμα: "αυτός είναι χειμαδιό" αντί "αυτός είναι χύμα (άνθρωπος)" (και άρα μάλλον θα πρέπει να ορθογραφήσουμε χυμαδιό)

Ξέρει κανείς πώς ονομάζεται αυτό το γλωσσικό φαινόμενο; :εεε;: Θα το εκτιμούσα αληθινά!
 

Λορένα

Πολεμίστρια του Φωτός
ΑI] αντί "αυτός είναι χύμα (άνθρωπος)" (και άρα μάλλον θα πρέπει να ορθογραφήσουμε χυμαδιό)

Ξέρει κανείς πώς ονομάζεται αυτό το γλωσσικό φαινόμενο; :εεε;: Θα το εκτιμούσα αληθινά!
χειμαδιο εμεις λεμε, τα μερη που περνα κανεις τον χειμωνα (εξ' ου και το ορθογρ)

πχ τα ζωα ειναι στα χειμαδια.. (να κανω τοσο λαθος; :ωιμέ:)
 
Όχι, βρε, δεν κάνεις λάθος αλλά όπως εγώ χρησιμοποιώ την "ψυχραιμία" αντί για την "ψύχρα", άλλοι λένε "χειμαδιό" αντί για "χύμα", όπως στο παράδειγμα του Φάρου.

Πράγματι, λοιπόν, πρόκειται για φαινόμενο και σίγουρα το "κάνει ψυχραιμία" δεν είναι δικό μου. Επίσης, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι η λέξη που αντικαθιστά τη σωστή είναι πάντα (ή τουλάχιστον στα εδώ παραδείγματα) μακρύτερη.
 

Πεταλούδα

Θαλασσογέννητη Ελπίδα των Ηλιόμορφων Ονείρων
Προσωπικό λέσχης
Όσο για λέξεις δικής μας επινόησης, τα παιδιά μας είναι περισσότερο ευρηματικά σ΄αυτό. Μέσα στον δικό τους κόσμο συλλαβίζουν τις λέξεις με τον τρόπο τους και τις φωνάζουν -κάπως διαφορετικά και "λανθασμένα". Το αποτέλεσμα είναι τις περισσότερες φορές πολύ χαριτωμένο και συνηθίζουμε κι εμείς οι μεγαλύτεροι του σπιτιού να το κάνουμε χρήση
Μια λέξη που την έχω ακούσει από το κοριτσάκι μίας φίλης μου, μικρούλα πολύ, είναι η "μπαλιαλιά" και σημαίνει σαλάμι! Πως προέκυψε δεν ξέρω, αλλά στο σπίτι της έτσι της ζητάω το σαλάμι. :χαχα:

Αυτό που χρησιμοποιώ κάποιες φορές είναι η αντιστροφή των συλλαβών ή και γραμμάτων, δηλαδή λέω "γλώσεψα την μπέρδα μου". Και είναι ενδιαφέρον αυτό που έχω ακούσει, ότι υπάρχουν συνθηματικές ή κρυφές "γλώσσες" που δημιουργούνται από κοινωνικές ομάδες και υπάρχουν λέξεις που βγαίνουν από την αντιστροφή γραμμάτων και συλλαβών, τα κορακίστικα κ.α.

Μπορεί να βγαίνω λίγο εκτός θέματος, αλλά έχω διαβάσει κάτι ενδιαφέρον σχετικά με μια συνθηματική γλώσσα και θα ήθελα να σας το μεταφέρω. Eξάλλου δεν είναι όμορφο να μαθαίνεις καινούργια πράγματα? :))

Σας μεταφέρω απόσπασμα:
"Μια συνθηματική γλώσσα του Μπουένος Άιρες είναι το lunfardo. Αρχικά το χρησιμοποιούσαν για τις ανάγκες της δουλειάς τους οι lunfardos, όπως αυτοαποκαλούνταν συνήθως οι κλέφτες... Τον Ιανουάριο του 1892 σε περιοδικό της εποχής εμφανίστηκε το εξής σχόλιο: ......το ρολόι ονομάστηκε bobo (χαζό) λόγω της ευκολίας που μπορεί να κλαπεί.. το μαχαίρι ονομάστηκε εκκρεμές (vainen : πάνε έλα), λόγω της ταλαντευόμενης κίνησης του.... Δίπλα στα τάνγκο και τις επιθεωρήσεις, αρχίζουν και κυκλοφορούν και λογοτεχνικά έργα σε λουνφάρδο... Όπως ήταν προβλέψιμο, υπήρξαν και οι γνωστές αντιδράσεις, λ.χ. το 1943 η στρατιωτική κυβέρνηση απαγορεύει δια νόμου την "κυκλοφορία στίχων γραμμένων σε lounfardo, με στόχο να διατηρηθεί η γλωσσική καθαρότητα".

Και στην Ελλάδα, περίπου αυτή την χρονική περίοδο, δεν υπήρχαν τα απαγορευμένα ρεμπέτικα και χρησιμοποιούσαν άλλες λέξεις με κρυφό νόημα?

Τελικά, τα παιχνίδια της λεκτικής γλώσσας είναι παγκόσμιο φαινόμενο και όλα γυρίζουν γύρω από μία κοινή γνώση? Ποιος ξέρει... :χμ:
 
Last edited:
Αυτό που χρησιμοποιώ κάποιες φορές είναι η αντιστροφή των συλλαβών ή και γραμμάτων, δηλαδή λέω "γλώσεψα την μπέρδα μου".

Τι άψογα που είναι αυτά! Και είναι φορές που γίνονται τελείως αυθόρμητα, οπότε έχουν πολύ γέλιο! Το καλοκαίρι, για παράδειγμα έφαγα την καλύτερη βαλκανικόπιτα των καρυδίων (στη Σαμοθράκη για όποιον ενδιαφέρεται) και αρκετά παλιότερα είχα δει ένα θεατρικό έργο όπου πρωταγωνιστούσε ο Τσιβίλης Βασιλίκας.
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
ή όπως λέγανε: γλώσσεψα την μπέρδα μου γιατί κοιμήθηκα σε μαξιλό χαμηλάρι! :γιούπι:
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Το παράδειγμά σου με την λ. ψυχραιμία αντί για ψύχρα, το έχω ακούσει κι εγώ, ενδεχομένως να το έχω χρησιμοποιήσει κιόλας.
Και ξανάκουσα την μάνα μου να το χρησιμοποιεί τις προάλλες..
 
καλά για τις γάτες δεν θα το σχολιάσω καν ανατριαχιαστικές τις σιχαινομαι!!εχω σκοτώσει αρκετές πάντως!!
Με το που το διάβασα έπαθα ένα μικρό σοκ, έτσι κι αλλιώς θα το πάθαινα - ακόμα και για πλάκα να το λέει κανείς- πόσο μάλλον σήμερα που σκότωσαν μια δική μας γάτα :(

Στο θέμα μας τώρα, στο σπίτι χρησιμοποιούμε την έκφραση κάνω βραγκανούλες, που σημαίνει κάνω φασαρία (από τον χαρακτηριστικό ήχο βράγκα βρούγκα) :χαχα::)))):χαχαχα:
 
Έχω κι εγώ αρκετά παράδοξα: Σε μια πρόσφατη συζήτηση μου ήρθε η λέξη "ψιχουλομισθός". Όταν ανέτρεξα στο Google είδα ότι δεν την σκέφτηκα πρώτος. Όταν άλλαζα τα πάμπερς στα μικρά μου, την πετσέτα που έστρωνα στο κρεβάτι την έλεγα "αρένα". Την κοντομάνικη λευκή φανέλα-εσώρουχο τη λέω "γατάκι/γατί" από ένα σιδερότυπο που μου είχε βάλει η μητέρα μου όταν ήμουν μικρός. Η πλάκα είναι ότι έχουν περάσει και σε ευρύτερο κύκλο (ιδίως η "αρένα", καθώς η κυρία που πρόσεχε σε κάποια φάση τα μικρά την υιοθέτησε και τη συνέχισε σε άλλα σπίτια!)
 
Για να καθαρίζουν οι γονείς την μύξα από τα μικρά παιδιά υπάρχει μια συσκευή που την βάζεις στο ρουθούνι και ρουφάς. Αυτή πάλι με βόλεψε να την πω, κάπως αυτονόητα, μυξορούφουλα (αρσενικό, ο μυξορούφουλας). Πάντως δεν την παραγγέλνω έτσι στο φαρμακείο! :χαχαχα:
Εμείς στο σπίτι αυτή τη συσκευή τη λέμε μυξορουφήχτρα (και έχει τύχει να την παραγγείλω έτσι στο φαρμακείο, και με κατάλαβαν αμέσως :ρ)!
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
από τα απαραίτητα εξαρτήματα τού γονιού... :ναι:
 
Όταν ήμουν μικρή μου έφτιαχνε η γιαγιά μου πλεκτά πασουμάκια, για τα οποία τρελαινόμουν, είχαν πολύ ωραία χρώματα και μ' άρεσε όπως γλίστραγαν στο πάτωμα όταν έτρεχα πάνω κάτω, έτσι τα ονόμασα "τραλαλάκια" και μου ξεφεύγει ακόμα να το λέω έτσι καμιά φορά :ρ

Η κολλητή μου ανακάλυψε την ασθένεια "γλυκουλίαση", γι' αυτόν που είναι πολύ γλυκούλης φυσικά, και την χρησιμοποιούμε συνέχεια στην παρέα. Βέβαια, μετά από 6 ή και παραπάνω χρόνια που πάσχουμε όλες από γλυκουλίαση, το θέμα έχει πάρει άλλες διαστάσεις, έχουμε εφεύρει την "μηχανή παραγωγής γλυκουλικής ενέργειας", τα αντιγλυκουλικά, τα γλυκουλόνια (π.χ. αντί για "τι κάνεις;"/"καλά"/"χαίρομαι γι' αυτό", λέμε: "πώς πάει η γλυκουλίαση; έκανες εξετάσεις πρόσφατα;"/"ναι, άσε τα επίπεδα γλυκουλονίων στο αίμα είναι πολύ υψηλά σήμερα"/"ωωωω, γλυκόοο μου" ή "τι λέει; σε πόσα γλυκουλέρτζ εκπέμπεις σήμερα;"), και ό,τι μας κατέβει στην γκλάβα τέλος πάντων, αρκεί να έχει να κάνει με την λέξη γλυκό. :))))

Τον μπαμπά μου καμιά φορά τον φωνάζω "μπαμπακίτα" (απ' τον ποδοσφαιριστή).
Όταν ήμασταν μικρές με την αδερφή μου πηγαίναμε συνέχεια σ' ένα ψιλικατζίδικο (απ' αυτά που έχουν παιχνίδια και γενικώς της παναγιάς τα μάτια) κ επειδή περνούσες μια κατηφόρα για να πας λέγαμε το μαγαζί "κατηφορίτσα". Εγώ μάλιστα, το κατάλαβα καιρό αργότερα ότι δεν ήταν αυτό το όνομα του μαγαζιού :)))) Στην ίδια περίοδο τις σοκολάτες/καραμέλες κ.λπ τα λέγαμε "σκατολοϊδια", αλλά νομίζω ότι την λέγαν κι άλλοι αυτή τη λέξη.

Μ' έναν φίλο αντί για "γκέγκε;", λέμε "γκέγκετρον;" Με τον ίδιο φίλο λέμε "έχω φάει ρίλα" (άκυρο, ξενέρα κ.λπ)

Επισης εχει ενδιαφερον η γλωσσα που χρησιμοποιουμε στο σπιτι οταν μιλαμε στις γατες (βλ. εδω για ενα αντιστοιχο φαινομενο στα αγγλικα) καθως και το πως προεκυπταν τα ονοματα τους. Για παραδειγμα μία γάτα μου την έλεγα "Κουζάκι" το οποιο βγαινει απο το "Αρκούδα" :ωιμέ:
Ω, μη πιάσω το ζήτημα της γάτας :τρέλα: Από Νιόνιος που είναι το όνομά του έχει γίνει κυρία νιονιετίνα, κύριος γουργούρης, χνουδόμπαλα, νιονιόμπαλα ή "(είσαι μια γλύκα) ράιτ νιάου!" και άλλα πάρα πολλά..

(να μας εδιναν σημασια και οι γατες, τι ωραια που θα ηταν :))))))
ισχύει :))))
 
Χρησιμοποιώ συχνά με τους φίλους μου το "κε-κέη", αντί του εντάξει! Φυσικά βγαίνει από το αγγλικό "οκ" !

Γενικά το κάνουμε αυτό με τις λέξεις. Μεταφράζουμε τα ελληνικά σε αγγλικά και αλλάζουμε ύστερα την λέξη!

Χρησιμοποιούμε επίσης και το "λέτσι γκόη" που βγαίνει από το lets go, αλλά αυτουνού η ιστορία είναι μεγαλύτερη!!
 
Και εμείς το μηχάνημα για τις μυξούλες μυξορουφηχτήρι το λέγαμε.:χαχα:
Τις αγκαλίτσες γκιγκίτσες και τα φιλάκια μούτσου από το ματσ μουτσ.:)
 
Όταν αλλάζαμε τα πάμπερς στα μικρά μου, πάνω στο κρεβάτι απλώναμε μια ειδική αδιάβροχη πετσέτα για να μη λερωθεί το στρώμα. Επειδή γινόταν μια μικρή "μάχη" μέχρι να περαστεί η πάνα, ονομάσαμε εκείνη την πετσέτα "αρένα" :)
 
Top