Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το ιδίωμα τού ποδοσφαίρου, η ποδοσφαιρική αργκό, και δεν αναφέρομαι στους τεχνικούς όρους όπως γκολ, πέναλτι, τείχος, κόρνερ κτλ. που μπορεί να συναντήσεις για παράδειγμα μέσα σε έναν κανονισμό, αλλά στις πιο ιδιωματικές φράσεις.
Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά στην γλώσσα που συνοδεύει μια ποδοσφαιρική ανταπόκριση. Τα παραδείγματα είναι φράσεις που σύλλεξα από το δίκτυο αλλάζοντας ελάχιστα πράγματα.
για τον παίχτη λέμε:
αλλάζει παιχνίδι : ρίχνει μακρινή πάσα σε παίχτη που βρίσκεται στην άλλη πλευρά τού γηπέδου. Ομοίως μιλάμε για αλλαγή παιχνιδιού.
"Ο Λ. άλλαξε παιχνίδι για τον Μ. στα δεξιά και αυτός προσπάθησε να βρει με το κεφάλι τον Μπ. στην καρδιά της αντίπαλης άμυνας."
πουλάει την μπάλα : δίνει κατά λάθος και χωρίς ιδιαίτερη πίεση την μπάλα σε αντίπαλο παίχτη.
"Οι παιδιαριώδεις ενέργειες του Δ., που πούλησε την μπάλα τρεις φορές, έγειρε οριστικά την πλάστιγγα στην Πατρινή ομάδα."
κάνει/πετυχαίνει το χατ τρικ : βάζει το τρίτο του γκολ σ' έναν αγώνα.
"Με τον Α. να πετυχαίνει χατ-τρικ, σκοράροντας στο 35΄, στο 73΄ και στο 80΄, ο Ατρόμητος πέρασε νικηφόρα από την Κομοτηνή."
παίζει θέατρο : προσποιείται πως τον έριξαν κάτω ή τον χτύπησαν προσπαθώντας έτσι να κερδίσει φάουλ ή πέναλτι. Η λέξη θέατρο χρησιμοποιείται και μόνη της π.χ. "έφαγε κάρτα για θέατρο" δηλ. ο διαιτητής χρέωσε κίτρινη κάρτα επειδή αντιλήφθηκε πως ο παίχτης προσπαθούσε να τον ξεγελάσει.
"Ο διαιτητής έκρινε ότι έπαιξε θέατρο, χρεώνοντας τον παίκτη του ΠΑΟΚ με κίτρινη κάρτα."
παίρνει την φάση πάνω του : επιλέγει να δώσει λύση μόνος του σε κάποια φάση. Σε επιθετική κίνηση, για παράδειγμα, μπορεί να σημαίνει πως αντί να δώσει πάσα, σουτάρει βάζοντας γκολ.
διαβάζει την φάση : ο αμυνόμενος παίχτης προβλέπει την κίνηση τού αντιπάλου με αποτέλεσμα να καταφέρει να ανακόψει την επίθεση.
"Ο Κ. διάβασε την φάση κλείνοντας έγκαιρα το πεδίο στον Πολωνό επιθετικό."
κρεμάει τον τερματοφύλακα : ρίχνει ψηλοκρεμαστό σουτ προς την εστία έτσι που ο τερματοφύλακας πηδάει ψηλά με τα χέρια τεντωμένα δίχως όμως να μπορέσει να πιάσει την μπάλα. Συνήθως χρησιμοποιείται σε περίπτωση που σημειώνεται γκολ με αυτόν τον τρόπο.
"Στο 8´ ο Τ. με σουτ έξω από την περιοχή κρέµασε τον τερµατοφύλακα κάνοντας το 0-1."
κάνει το κοντρόλ : φροντίζει να αποκτήσει τον έλεγχο τής μπάλας που τού ήρθε από μακριά
παίζουνε το ένα-δύο : δύο παίχτες κάνουν γρήγορη εναλλαγή τής μπάλας μεταξύ τους προσπερνώντας έτσι κάποιον αντίπαλο.
σκίζει τα δίχτυα : σημειώνει γκολ με δυνατό σουτ
"Ακόμα θυμάμαι το σουτ του Κ. που έσκισε τα δίχτυα του Πορτογάλου τερματοφύλακα."
για ομάδα σημαίνει πως σημείωσε πολλά γκολ:
"Έσκισε τα δίχτυα η Χαλκίδα: με τέσσερα γκολ έδειξε ποιος είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού, μέσα στην έδρα της Ένωσης Δίρφυς."
για την ομάδα λοιπόν λέμε:
έχει τα σφυρίγματα : έχει την διακριτική υποστήριξη τού διαιτητή.
"Ο ΠΑΟΚ θα μπορούσε να φύγει με τον βαθμό της ισοπαλίας από το γήπεδο αν είχε τα σφυρίγματα που είχε ο Παναθηναϊκός."
διασύρθηκε : δέχτηκε πολλά γκολ από την αντίπαλη ομάδα δίχως να μπορέσει να ανταποδώσει.
"Η Μπαρτσελόνα διέσυρε τη Ρεάλ Μαδρίτης, της οποίας επιβλήθηκε με 6-2."
φέρνει το παιχνίδι στα ίσια : σημείωσε τέρμα και ισοφαρίσει (το λέμε και για τον σκόρερ)
γυρίζει το παιχνίδι (ή το ματς) : από εκεί που έχανε βρίσκεται να προηγείται (και πάλι το λέμε και για τον σκόρερ)
παίζει στο μισό γήπεδο : βρίσκεται σε πολύ κλειστό αμυντικό παιχνίδι (συνήθως επειδή υστερεί σε ικανότητα) έτσι που το μεγαλύτερο μέρος τού παιχνιδιού να διεξάγεται στο δικό της μισό τού γηπέδου. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί καί μεταβατικά όπως στο παράδειγμα:
"Ο Ολυμπιακός έπαιζε στο μισό γήπεδο τον ΠΑΟΚ και το γκολ φαινόταν πως ήταν θέμα χρόνου να επιτευχθεί."
για τον διαιτητή λέμε πως:
δείχνει τ' αποδυτήρια : σφυρίζει την λήξη τού αγώνα (επειδή παράλληλα δείχνει με τα δυο του χέρια προς τ' αποδυτήρια).
επίσης λέμε:
εκτός φάσης : κάτι που συμβαίνει μακριά από την μπάλα για παράδειγμα "ο παίχτης έκανε φάουλ εκτός φάσης".
στημένη φάση : φάουλ που εκτελείται οργανωμένα από καλή θέση έξω από την αντίπαλη εστία με καλές πιθανότητες να δώσει γκολ.
δεν υπάρχει φάση : για επιθετική ενέργεια που έφερε την μπάλα στα δίχτυα (ή παραλίγο να την φέρει) αλλά δεν μετράει σαν γκολ γιατί έχει προηγηθεί οφσάιτ.
ξαφνικός θάνατος ή χρυσό γκολ : γκολ στην παράταση που λήγει τον αγώνα υπέρ αυτού που το σημείωσε. Αυτός ο κανόνας δεν ισχύει πια παρά σε ορισμένες περιπτώσεις.
ασημένιο γκολ : γκολ στην παράταση που αν δεν ισοφαριστεί μέχρι το ημίχρονο, καθορίζει τον νικητή.
τα τσικό : οι παιδικές/εφηβικές ομάδες που έχουν οι σύλλογοι.
Και φυσικά υπάρχουν διαφορετικά ονόματα για τα διάφορα σουτ:
βολέ : το δυνατό σουτ (με την μπάλα στον αέρα, πριν σκάσει στο χόρτο)
μονοκόμματο : δυνατό σουτ με την μία, δίχως να στρώσει την μπάλα
μύτο ή ξερόμυτο : δυνατό σουτ με την μύτη τού παπουτσιού
τακουνάκι : χτύπημα τής μπάλας με την φτέρνα
πλασέ : καλοζυγισμένο, όχι τόσο δυνατό σουτ
ψαλιδάκι : σουτ με τον παίχτη να κάνει ανάποδη βουτιά στον αέρα
ψαράκι : κεφαλιά στον αέρα με βουτιά σε χαμηλό ύψος
ψηλοκρεμαστό : σουτ που περνάει πάνω από παίχτες
σκαφτό : σαν το ψηλοκρεμαστό, συνήθως από μικρή απόσταση. Λέγεται έτσι γιατί ο παίχτης κλωτσάει την μπάλα από πολύ χαμηλά, ας πούμε, σαν να έσκαβε το χώμα.
Επίσης, στο παιδικό ποδόσφαρο, δηλ. στην μπάλα που παίζουνε τα παιδιά στις αλάνες, έχουμε:
μπακότερμα : δηλ. το είδος παιχνιδιού όπου ο τερματοφύλακας παίζει κανονικά σε όλες τις θέσεις και επιστρέφει όταν χρειάζεται (μάλλον από τα μπακ (δηλ. το αγγλ. back) και τέρμα). Κατ' επέκταση μπορεί να περιγράψει στο κανονικό ποδόσφαιρο κάποιον τερματοφύλακα που φεύγει στην επίθεση για να βοηθήσει την ομάδα:
"Μπακότερμα αποφάσισε να παίξει ο 21 χρονος τερματοφύλακας της Σταντάρ Λιέγης, Σινάν Μπολάτ στο 95ο λεπτό. Και τα κατάφερε να στείλει την ομάδα του στο Europa league ισοφαρίζοντας την Αλκμάαρ."
αράουτ : πλάγιο άουτ
μύτο και ξερόμυτο, που τα έχω πιο πάνω, ακούγονται περισσότερο στο παιδικό ποδόσφαιρο.

Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά στην γλώσσα που συνοδεύει μια ποδοσφαιρική ανταπόκριση. Τα παραδείγματα είναι φράσεις που σύλλεξα από το δίκτυο αλλάζοντας ελάχιστα πράγματα.
για τον παίχτη λέμε:
αλλάζει παιχνίδι : ρίχνει μακρινή πάσα σε παίχτη που βρίσκεται στην άλλη πλευρά τού γηπέδου. Ομοίως μιλάμε για αλλαγή παιχνιδιού.
"Ο Λ. άλλαξε παιχνίδι για τον Μ. στα δεξιά και αυτός προσπάθησε να βρει με το κεφάλι τον Μπ. στην καρδιά της αντίπαλης άμυνας."
πουλάει την μπάλα : δίνει κατά λάθος και χωρίς ιδιαίτερη πίεση την μπάλα σε αντίπαλο παίχτη.
"Οι παιδιαριώδεις ενέργειες του Δ., που πούλησε την μπάλα τρεις φορές, έγειρε οριστικά την πλάστιγγα στην Πατρινή ομάδα."
κάνει/πετυχαίνει το χατ τρικ : βάζει το τρίτο του γκολ σ' έναν αγώνα.
"Με τον Α. να πετυχαίνει χατ-τρικ, σκοράροντας στο 35΄, στο 73΄ και στο 80΄, ο Ατρόμητος πέρασε νικηφόρα από την Κομοτηνή."
παίζει θέατρο : προσποιείται πως τον έριξαν κάτω ή τον χτύπησαν προσπαθώντας έτσι να κερδίσει φάουλ ή πέναλτι. Η λέξη θέατρο χρησιμοποιείται και μόνη της π.χ. "έφαγε κάρτα για θέατρο" δηλ. ο διαιτητής χρέωσε κίτρινη κάρτα επειδή αντιλήφθηκε πως ο παίχτης προσπαθούσε να τον ξεγελάσει.
"Ο διαιτητής έκρινε ότι έπαιξε θέατρο, χρεώνοντας τον παίκτη του ΠΑΟΚ με κίτρινη κάρτα."
παίρνει την φάση πάνω του : επιλέγει να δώσει λύση μόνος του σε κάποια φάση. Σε επιθετική κίνηση, για παράδειγμα, μπορεί να σημαίνει πως αντί να δώσει πάσα, σουτάρει βάζοντας γκολ.
διαβάζει την φάση : ο αμυνόμενος παίχτης προβλέπει την κίνηση τού αντιπάλου με αποτέλεσμα να καταφέρει να ανακόψει την επίθεση.
"Ο Κ. διάβασε την φάση κλείνοντας έγκαιρα το πεδίο στον Πολωνό επιθετικό."
κρεμάει τον τερματοφύλακα : ρίχνει ψηλοκρεμαστό σουτ προς την εστία έτσι που ο τερματοφύλακας πηδάει ψηλά με τα χέρια τεντωμένα δίχως όμως να μπορέσει να πιάσει την μπάλα. Συνήθως χρησιμοποιείται σε περίπτωση που σημειώνεται γκολ με αυτόν τον τρόπο.
"Στο 8´ ο Τ. με σουτ έξω από την περιοχή κρέµασε τον τερµατοφύλακα κάνοντας το 0-1."
κάνει το κοντρόλ : φροντίζει να αποκτήσει τον έλεγχο τής μπάλας που τού ήρθε από μακριά
παίζουνε το ένα-δύο : δύο παίχτες κάνουν γρήγορη εναλλαγή τής μπάλας μεταξύ τους προσπερνώντας έτσι κάποιον αντίπαλο.
σκίζει τα δίχτυα : σημειώνει γκολ με δυνατό σουτ
"Ακόμα θυμάμαι το σουτ του Κ. που έσκισε τα δίχτυα του Πορτογάλου τερματοφύλακα."
για ομάδα σημαίνει πως σημείωσε πολλά γκολ:
"Έσκισε τα δίχτυα η Χαλκίδα: με τέσσερα γκολ έδειξε ποιος είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού, μέσα στην έδρα της Ένωσης Δίρφυς."
για την ομάδα λοιπόν λέμε:
έχει τα σφυρίγματα : έχει την διακριτική υποστήριξη τού διαιτητή.
"Ο ΠΑΟΚ θα μπορούσε να φύγει με τον βαθμό της ισοπαλίας από το γήπεδο αν είχε τα σφυρίγματα που είχε ο Παναθηναϊκός."
διασύρθηκε : δέχτηκε πολλά γκολ από την αντίπαλη ομάδα δίχως να μπορέσει να ανταποδώσει.
"Η Μπαρτσελόνα διέσυρε τη Ρεάλ Μαδρίτης, της οποίας επιβλήθηκε με 6-2."
φέρνει το παιχνίδι στα ίσια : σημείωσε τέρμα και ισοφαρίσει (το λέμε και για τον σκόρερ)
γυρίζει το παιχνίδι (ή το ματς) : από εκεί που έχανε βρίσκεται να προηγείται (και πάλι το λέμε και για τον σκόρερ)
παίζει στο μισό γήπεδο : βρίσκεται σε πολύ κλειστό αμυντικό παιχνίδι (συνήθως επειδή υστερεί σε ικανότητα) έτσι που το μεγαλύτερο μέρος τού παιχνιδιού να διεξάγεται στο δικό της μισό τού γηπέδου. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί καί μεταβατικά όπως στο παράδειγμα:
"Ο Ολυμπιακός έπαιζε στο μισό γήπεδο τον ΠΑΟΚ και το γκολ φαινόταν πως ήταν θέμα χρόνου να επιτευχθεί."
για τον διαιτητή λέμε πως:
δείχνει τ' αποδυτήρια : σφυρίζει την λήξη τού αγώνα (επειδή παράλληλα δείχνει με τα δυο του χέρια προς τ' αποδυτήρια).
επίσης λέμε:
εκτός φάσης : κάτι που συμβαίνει μακριά από την μπάλα για παράδειγμα "ο παίχτης έκανε φάουλ εκτός φάσης".
στημένη φάση : φάουλ που εκτελείται οργανωμένα από καλή θέση έξω από την αντίπαλη εστία με καλές πιθανότητες να δώσει γκολ.
δεν υπάρχει φάση : για επιθετική ενέργεια που έφερε την μπάλα στα δίχτυα (ή παραλίγο να την φέρει) αλλά δεν μετράει σαν γκολ γιατί έχει προηγηθεί οφσάιτ.
ξαφνικός θάνατος ή χρυσό γκολ : γκολ στην παράταση που λήγει τον αγώνα υπέρ αυτού που το σημείωσε. Αυτός ο κανόνας δεν ισχύει πια παρά σε ορισμένες περιπτώσεις.
ασημένιο γκολ : γκολ στην παράταση που αν δεν ισοφαριστεί μέχρι το ημίχρονο, καθορίζει τον νικητή.
τα τσικό : οι παιδικές/εφηβικές ομάδες που έχουν οι σύλλογοι.
Και φυσικά υπάρχουν διαφορετικά ονόματα για τα διάφορα σουτ:
βολέ : το δυνατό σουτ (με την μπάλα στον αέρα, πριν σκάσει στο χόρτο)
μονοκόμματο : δυνατό σουτ με την μία, δίχως να στρώσει την μπάλα
μύτο ή ξερόμυτο : δυνατό σουτ με την μύτη τού παπουτσιού
τακουνάκι : χτύπημα τής μπάλας με την φτέρνα
πλασέ : καλοζυγισμένο, όχι τόσο δυνατό σουτ
ψαλιδάκι : σουτ με τον παίχτη να κάνει ανάποδη βουτιά στον αέρα
ψαράκι : κεφαλιά στον αέρα με βουτιά σε χαμηλό ύψος
ψηλοκρεμαστό : σουτ που περνάει πάνω από παίχτες
σκαφτό : σαν το ψηλοκρεμαστό, συνήθως από μικρή απόσταση. Λέγεται έτσι γιατί ο παίχτης κλωτσάει την μπάλα από πολύ χαμηλά, ας πούμε, σαν να έσκαβε το χώμα.
Επίσης, στο παιδικό ποδόσφαρο, δηλ. στην μπάλα που παίζουνε τα παιδιά στις αλάνες, έχουμε:
μπακότερμα : δηλ. το είδος παιχνιδιού όπου ο τερματοφύλακας παίζει κανονικά σε όλες τις θέσεις και επιστρέφει όταν χρειάζεται (μάλλον από τα μπακ (δηλ. το αγγλ. back) και τέρμα). Κατ' επέκταση μπορεί να περιγράψει στο κανονικό ποδόσφαιρο κάποιον τερματοφύλακα που φεύγει στην επίθεση για να βοηθήσει την ομάδα:
"Μπακότερμα αποφάσισε να παίξει ο 21 χρονος τερματοφύλακας της Σταντάρ Λιέγης, Σινάν Μπολάτ στο 95ο λεπτό. Και τα κατάφερε να στείλει την ομάδα του στο Europa league ισοφαρίζοντας την Αλκμάαρ."
αράουτ : πλάγιο άουτ
μύτο και ξερόμυτο, που τα έχω πιο πάνω, ακούγονται περισσότερο στο παιδικό ποδόσφαιρο.
