Πάτρικ Σβένσον (Patrik Svensson): "Το βιβλίο των χελιών"

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΧΕΛΙΩΝ // ΕΝΑΣ ΠΑΤΕΡΑΣ, ΕΝΑΣ ΓΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΙΟ Α


Τίτλος: Το βιβλίο των χελιών
Πρωτότυπος τίτλος: Alevangeliet
Συγγραφέας: Πάτρικ Σβένσον (Patrik Svensson)
Μετάφραση: Αγγελική Νάτση
Εκδότης: Μεταίχμιο
Σειρά: Οξυγόνο2
Έτος Έκδοσης: 2020
Αριθμός σελίδων: 315
Έτος πρώτης έκδοσης: 20
19 (Σουηδικά)

Όποιος αποφασίσει να πιάσει το "Βιβλίο των Χελιών", το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει είναι να αγνοήσει πλήρως το (ομολογουμένως καλαίσθητο) εξώφυλλο.
Αλλά ας αντιγράψω, πρώτα, από το οπισθόφυλλο:

"Κάθε χέλι κάνει ένα μακρύ ταξίδι: διασχίζει τον Ατλαντικό για να επιστρέψει στον τόπο καταγωγής του και βρίσκει τον δρόμο του χάρη σε μια μυστηριώδη δύναμη.
Αλήθεια, μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίζει κάτι τέτοιο με τόση σιγουριά; Να είναι απόλυτα σίγουρος για τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει;"
Το μυστήριο του χελιού απασχολεί εδώ και αιώνες τους επιστήμονες και τους φιλοσόφους. Ακόμα και στη σύγχρονη εποχή της αλματώδους τεχνολογικής και επιστημονικής ανάπτυξης δεν μπορούμε να το διαλευκάνουμε: κανείς δεν έχει δει πώς αυτά τα ψάρια αναπαράγονται, ούτε μπορεί να εξηγήσει γιατί και πώς αφήνουν τις λίμνες και τα ποτάμια για να φτάσουν στα βάθη του ωκεανού.
Καθώς ανακαλεί τις παιδικές του αναμνήσεις όταν ψάρευε χέλια μαζί με τον πατέρα του και διερευνά τη θέση αυτού του αινιγματικού ψαριού στη λογοτεχνία, την ιστορία της επιστήμης και τη σύγχρονη θαλάσσια βιολογία, ο Patrik Svensson σκιαγραφεί τη σχέση του με τον πατέρα του, ενώ εκφράζει τον προβληματισμό, τον δικό του και του κάθε ανθρώπου, για το πεπρωμένο, το φως και το σκοτάδι, τη ζωή και τον θάνατο, μέσα από μια γραφή που συνδυάζει απομνημονεύματα και φυσιολατρία στην καλύτερη εκδοχή τους. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

"Ένα βιβλίο τόσο μοναδικό, όσο και το θέμα του. Μια υπενθύμιση πως ζούμε ακόμη σε έναν κόσμο με αναπάντητα ερωτήματα". (New Yorker)


Τι περίμενα ότι είναι:
Πριν το ξεφυλλίσω, περίμενα ότι θα είναι ένα βιβλίο αυτογνωσίας/αυτοβελτίωσης. Περίμενα πως ένας πατέρας κι ένας γιός που ψαρεύουν χέλια θα είχαν κάτι να μου πουν για τα μυστήρια της ζωής και για τον δρόμο μας ως άνθρωποι.

Αφού το ξεφύλισσα και είδα τα περιεχόμενα, ιδιαίτερα τα κεφάλαια "Ο Αριστοτέλης και το χέλι που γεννήθηκε από τη λάσπη" και "Ο Ζίγκμουντ Φρόυντ και τα χέλια στην Τεργέστη" φαντάστηκα πως πρόκειται για βιβλίο εκλαϊκευμένης επιστήμης που στις γραμμές του θα μπλεχτούν με τρόπο κατανοητό και ελκυστικό επιστημονικές πληροφορίες για τα χέλια, ιστορικά ανέκδοτα και διηγήσεις ψαράδων με τις αναμνήσεις ενός παιδιού (του συγγραφέα) που ψαρεύει με τον πατέρα του, ώστε να βγάλω κάποιο νόημα για τη ζωή, να ανακαλύψω πώς οι δρόμοι της ζωής ενός οφιοειδούς μπορούν να παραλληλιστούν με τους δικούς μου δρόμους κλπ. Ψάρωσα και από την πολύ προσεγμένη έκδοση, το γεγονός ότι είναι βραβευμένο + το ότι είναι best seller μεταφρασμένο σε σχεδον 30 γλώσσες. Έχοντας λοιπόν αναγνωστική εμπειρία από παρόμοια βιβλία του Τραυλού, ρίχτηκα με τα μούτρα.

Τι (ισχυρίζομαι ότι) είναι:
Με δυο λέξεις: ένα συμπαθητικό, ευκολοχώνευτο βιβλίο, το οποίο θα μπορούσα να είχα διαβάσει στην παραλία, στο ΚΤΕΛ ή κάπου τέλος πάντων που δεν θα απαιτούνταν αναγνωστική αφοσίωση. Τίποτε περισσότερο και οπωσδήποτε τίποτε από όσα το εξώφυλλο αφήνει να εννοηθούν.

Παίρνοντας τα πράγματα με τη σειρά, το θέμα του βιβλίου, το χέλι, είναι ένα ενδιαφέρον και πολύ μυστηριώδες ψάρι που κανείς δεν έχει δει ποτέ να ζευγαρώνει: ξεκινά το ταξίδι του μικρό μικρό (μόλις λίγα εκατοστά) από τη θάλασσα των Σαργασσών, στη μέση του βόρειου Ατλαντικού, και μέχρι να φτάσει στις ακτές της Μεσογείου έχει μεγαλώσει. Ανεβαίνει ρυάκια, ποτάμια, λακούβες, μέχρι να βρει ένα μέρος να μείνει. Ξαφνικά, κάποια στιγμή στη ζωή έρχεται το αναπαραγωγικό κάλεσμα και ξεκινά ένα μεγάλο ταξίδι πίσω στη θάλασσα των Σαργασσών για να γεννήσει και να πεθάνει. Το πώς γεννιέται, το πώς ταξιδεύει και αλλάζει μορφή, αλλάζει από αλμυρό στο γλυκό νερό και τούμπαλιν, ζει μέχρι και 70-80 χρόνια μέχρι να του έρθει η αναπαραγωγική επιθυμία, σαν ένα μυστήριο κάλεσμα της φύσης, το πώς επιστρέφει πίσω στον ίδιο τόπο στον οποίο γεννήθηκε, το πώς βρίσκει εκείνον τον τόπο, πώς αναπαράγεται και με τι αναπαραγωγικά όργανα (ο Φρόϊντ έψαχνε τους όρχεις του στην Τεργέστη...) ουδείς γνωρίζει. Μυστήριο το χέλι και το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου σε προδιαθέτει για τα καλύτερα.

Αλλά τα πράγματα δεν είναι καλύτερα.

Πρώτον και κύριον, έχουμε τον πατέρα και τον γιό, το ιστορικό των οποίων παρεμβάλλεται μεταξύ των κεφαλαίων, σαν ιντερλούδια. Φανταστείτε ένα παιδί να γράφει κάποιες αναμνήσεις από την εποχή που ψάρευε με τον πατέρα του χέλια σε ένα ποταμάκι κάπου στη Σουηδία. Απλά στιγμιότυπα, κανένας ουσιαστικός διάλογος, καμιά συζήτηση για το μυστήριο του χελιού μεταξύ πατέρα και γιού, καμία σοβαρή προσπάθεια για να περιγραφεί κάπως αναλυτικά το σουηδικό τοπίο. Έχουμε ένα παιδί που τις περισσότερες φορές δεν μιλάει κι έναν πατέρα από την πάστα ανθρώπων που ο John Lennon περιέγραψε (και οι Green Day διασκεύασαν εκπληκτικά) ως working class hero: ένας άνθρωπος που έστρωσε με πίσσα μάλλον αρκετούς δρόμους στη Σουηδία και στον ελεύθερο χρόνο του ψάρευε χέλια. Ενδοσκοπήσεις και ματιές στη σχέση πατέρα-γιού: ανύπαρκτες. Περιγραφή συναισθημάτων για την παρουσία της πατρικής φιγούρας: λυπάμαι, όχι. Το μόνο που μαθαίνει ο νεαρός είναι πώς να ψαρεύει χέλια. Δεν βγαίνει κάτι ηθικό, κοινωνικό, πολιτισμικό από την αλιευτική αλληλεπίδραση των δυο Σβένσον. Ούτε το χέλι λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος μεταξύ τους: ο ρόλος του σ'αυτά τα μικρά κεφάλαια περιορίζεται στο αγκίστρι, σε έναν κουβά, στον πάτο της λίμνης. Κανένα λυρικό ξέσπασμα (sic) για τα ευτυχισμένα εκείνα χρόνια της ανεμελιάς, όταν πατέρας και γιός μοιραζόνταν στιγμές μαζί στη φύση. Και κανένα ξέσπασμα επίσης, αλλά ούτε και κάποια σύνδεση με τα χέλια (τύπου Big Fish) όταν ο πατέρας φεύγει από τη ζωή. Μια δημοσιογραφική καταγραφή κάποιων στιγμών. Απλά.

Το ότι είναι δημοσιογράφος ο συγγραφέας, μάλιστα στο πολιτιστικό ρεπορτάζ, φαίνεται ξεκάθαρα. Και θα τολμήσω να εικάσω ότι δεν είναι πολύ καλός δημοσιογράφος, επειδή μου φαίνεται ότι δεν διαχειρίζεται και τόσο καλά τις πηγές του. Ή μάλλον, τις διαχειρίζεται ελλειπώς, "στεγνά", σε αυστηρά δημοσιογραφικά πλαίσια. Μου χτύπησε πολύ άσχημα το κεφάλαιο με τον Αριστοτέλη, όπου αναφέρεται στο Περί ζώων ιστορίαι, ένα θεμελιώδες κείμενο για αιώνες με επίδραση από τον αρχαιοελληνικό κόσμο, στους Άραβες και την ευρωπαϊκή σκέψη, επειδή ένιωσα ότι το ξεπέταξε. Μου άρεσε, από την άλλη, το κεφάλαιο με την παραμονή του Φρόϊντ στην Τεργέστη, όπου έψαχνε τους όρχεις του χελιού (αν και βρήκα αδόκιμη και "επικίνδυνη" τη σύνδεση αυτής της εμπειρίας με τις μετέπειτα γνωστές θεωρίες του Σίγκμουντ). Ή την εμμονή ενός Δανού να οργώσει τις θάλλασες στις αρχές του 20ου αιώνα για να ανακαλύψει τον ακριβή τόπο αναπαραγωγής των χελιών. Ωστόσο, όσο ενδιαφέροντα αναγνωστικά ήταν όλα αυτά, ήταν συγχρόνως και ενοχλητικά επίπεδα, πολύ επιφανειακά. Δεν υπήρχε βάθος, δεν έμπλεξε ιστορίες μέσα σε ιστορίες. Πολύ επιφανειακά αναφέρθηκε στις πολιτισμικές όψεις του ψαρέματος των χελιών στη Σουηδία. Οι αναφορές στους Βάσκους και στους Ιρλανδούς γίνονται στο πλαίσιο της αντίδρασης αμφότερων στις Ευρωπαϊκές πολιτικές από τη μια, στη βρετανική αποικιοκρατία από την άλλη. Αντιθέτως, τα ιστορικά στοιχεία που επέλεξε να εμπλέξει στην αφήγησή του, ώστε να κάνει κάποιες συνδέσεις με το θέμα των χελιών, τις περισσότερες φορές μου φάνηκαν τόσο παράταιρα με την αφήγηση (π.χ. το Ντόντο, οι θαλάσσιες αγελάδες στον Βερίγγειο πορθμό), όσο και εκνευριστικά (π.χ. σχετικά εκτενή αποσπάσματα από την Καινή Διαθήκη που αφορούν στην πίστη στο θαύμα). Σε πολύ λίγες περιπτώσεις το χέλι ήταν ο παράγοντας που δικαιολογούσε την παρεμβολή ενός ιστορικού γεγονότος στην αφήγηση. Και αυτές, βέβαια, προσωπικά τις βρήκα δημοσιογραφικές, σχεδόν διεκπεραιωτικές.

Στην πραγματικότητα, δεν κατάλαβα τι θέλησε να μου πει το βιβλίο, ούτε τι θέλει το ίδιο το βιβλίο να είναι: είναι μια ιστορία για τα χέλια και τη σημασία τους στο οικοσύστημα εξ αφορμής κάποιων παιδικών αναμνήσεων; Είναι μια καταγραφή ένος μυστηρίου της ιχθυολογίας; Είναι ένα βιβλίο που μας υπενθυμίζει ότι ζούμε ακόμα σ'έναν κόσμο με αναπάντητα ερωτήματα; Είναι η προσπάθεια ενός ενήλικα να πει την ιστορία ενός πλάσματος που έπαιξε ρόλο ώστε να φτιαχτούν όμορφες αναμνήσεις με τον πατέρα του; Δεν ξέρω, δεν κατάλαβα. Παραδέχομαι ότι παρασύρθηκα από τις περιγραφές και περίμενα κάτι άλλο. Και παραδέχομαι ότι είμαι απόλυτα επηρεασμένος από τη σύγκριση με την Υπογαία του Macfarlane, η οποία ανήκει στην ίδια σειρά των ίδιων εκδόσεων. Δεν φταίνε οι περιγραφές βέβαια, ίσως φταίει περισσότερο η δική μου φαντασία που ήθελε και περίμενε να διαβάσει κάτι συναρπαστικό. Το βιβλίο δεν είναι σε καμία περίπτωση "κακό" per se. Απλά, προσωπικά, το βρίσκω πολύ επιφανειακό, με πολλές ελλείψεις, γλωσσικές, εκφραστικές, ελλείψεις περιεχομένου, ερευνητικής προσπάθειας. Και το κυριώτερο για μένα, χωρίς σαφή προσανατολισμό και χωρίς κανένα μήνυμα. Πέρα από την ιστορία με τον Φροϊντ (που κάποιος μπορεί να το λέει ως ανέκδοτο, ως την άχρηστη πληροφορία της ημέρας, ή να την προτείνει για ερώτηση σε τηλεπαιχνίδι γνώσεων), δεν έχω πάρει κάποιο μήνυμα από το βιβλίο. Μου ξύπνησε βέβαια αναμνήσεις με τον δικό μου πατέρα όταν τρώγαμε χέλια-σουβλάκι στο Μεσολόγγι, την εποχή που υπήρχαν χελάδικα. Αλλά δεν πήρα γνώση, οικολογική ευαισθητοποίηση, κάποιο μήνυμα τέλος πάντων, για τον πολύ απλό λόγο ότι δεν κατάλαβα σε κανένα σημείο των 315 σελίδων γιατί αυτός ο Πάτρικ Σβένσον μπήκε στον κόπο να γράψει αυτό το βιβλίο.
 
Top