Δεν τελείωσα απόψε τον πιο σκοτεινό δρόμο, το τρίτο βιβλίο του υφαντού της φιόναβαρ και νιώθω άσχημα επειδή σιχαίνομαι όταν δεν τελειώνω ένα βιβλίο, επειδή έδωσα κάποια χρήματα που έκοψα από κάπου αλλού (γιατί δεν μου περισσεύουν) και υποτίθεται, επίσης, ότι τα βιβλία έχουν "φτιαχτεί" για να διαβάζονται, όχι να κάθονται σε ένα ράφι.
Αλλά η συγκεκριμένη τριλογία απεδείχθη σήμερα προσβολή της νοημοσύνης μου, πυροδότησε υπαρξιακά ερωτήματα και προκάλεσε διαμαρτυρία των πολύ ωραίων και άκρως ενδιαφερόντων (κατά γενική ομολογία) βιβλίων που περιμένουν να διαβαστούν στο κομοδίνο μου.
Στο πρώτο βιβλίο μαθαίνουμε για 5 φίλους από το Τορόντο που βρίσκονται με μαγικό τρόπο σ'έναν άλλο κόσμο, όπου θα παίξουν σημαίνοντα ρόλο σ΄έναν πόλεμο ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι. Τους συμβαίνουν διάφορα εξωπραγματικά, η μοίρα τους είναι μοναδική και ιδιαίτερη. Μαθαίνουμε επίσης ότι αυτός ο κόσμος έχει ένα κακό μέρος όπου ο κακός της υπόθεσης έχει φτιάξει ένα απεχθές ζιγκουράτ (θυμίζει κάτι;), υπάρχουν όντα που θυμίζουν ξωτικά (θυμίζει κάτι;), υπάρχουν νάνοι (θυμίζει κάτι;), υπάρχει ένας καλός μάγος με ασημένια μπέρτα που καπνίζει πίπα κι ένας κακός που προκαλεί κακό χαμό με μια χύτρα (θυμίζει κάτι;), υπάρχει μια φυλή καβαλάρηδων (θυμίζει κάτι;), υπάρχει η φυλή των ανθρώπων (θυμίζει κάτι;), υπάρχουν μιαρά, τερατώδη πλάσματα (θυμίζει κάτι;).
ΟΚ. Το καταπίνω.
Στο δεύτερο βιβλίο εμφανίζεται ένας μονόκερος. Εμφανίζεται ο βασιλιάς Αρθούρος και η Γκουίνεβιρ. Εμφανίζεται ένας δράκος της θάλασσας που σκοτώνει τα όντα που θυμίζουν ξωτικά, που κάνουν το ταξίδι πέρα από τη θάλασσα για να "πεθάνουν" (θυμίζει κάτι;), υπάρχουν και γίγαντες σ'ενα βουνό που το λένε Καθ Μίγκολ (δεν θυμίζει κάτι, ε;).
Το καταπίνω κι αυτό.
Στο τρίτο βιβλίο εμφανίζεται ο Λάνσελοτ και εξεγείρεται η συνείδησή μου. Τι θα ακολουθούσε αν συνέχιζα την ανάγνωση; Ο Διγενής Ακρίτας, ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, ο Ζίγκφριντ, ο Ρώμος κι ο Ρωμύλος με τη μάνα τους τη Λύκαινα, καμιά Λίλιθ, ο Αδάμ και η Εύα, η κιβωτός με το Νώε κι όλα τα ζωντανά, ο Γκιλγκαμές, ο Ανούβης, ο Άμμων-Ρα, ο Μαμ-Ρα; Γιατί δεν διαβάζω τον Κανταρέ; Τη βιογραφία του Βιττγκεσταϊν; Τη βιογραφία του Νίτσε; Τον Ρουσσώ; Τον Παπαγιώργη; Τι στην ευχή κάνει ο Λάνσελοτ εδώ πέρα που, όχι μόνο ανασταίνεται απ'τους νεκρούς (Νάρνια φάση; wtf?), ανασταίνει κι έναν νάνο που απόθανε; Δεν μπορώ να καταλάβω (ούτε θα προσπαθήσω να καταλάβω) τι θέλησε να κάνει ο Καναδός ραψωδός, τι προσπάθησε να φτιάξει και για ποιο λόγο. Προφανώς αντέγραψε τον Τόλκιν. Προφανώς πήρε ένα τυπικό θέμα (την πάλη του καλού με το κακό) και αξιοποιήσε (είμαι ευγενής) πλάσματα και ανθρωποξωτικοτερατογεωγραφία του Τόλκιν. ΟΚ, fair enough που λένε στο χωριό μου. Αλλά τι δουλειά έχει ο Αρθούρος και ο Λάνσελοτ κι οι μονόκεροι
Για ποιο λόγο παίζεις με τη νοημοσύνη μου ρε συ Guy Gabriel; Τι είδους μεγαλόπνοη σύνθεση είναι αυτή που επιχείρησες να εκπονήσεις και πόσο επιτυχημένη θεώρησες αυτή την προσπάθεια (ή πόσο μ@λ@κες κι αφελείς νόμισες ότι είναι οι αναγνώστες -που τελικά είναι, γιατί πλερώσαμε κάμποσα ευρά), ώστε να τη δημοσιεύσεις;
Το χειρότερο δεν είναι ότι προέκυψαν τρια βιβλία χωρίς συνοχή, βουτηγμένα στη σαχλαμάρα και σε αχρείαστες υπερβολές. Το χειρότερο είναι ότι αυτό το έκτρωμα συγκρίνεται με τον Άρχοντα. Επειδή διάβασα τον Άρχοντα στην τρυφερή ηλικία των 13 ετών, όταν ο νους έδινε λυσσαλέες (και άνισες, συχνά) μάχες με τις ορμόνες κι επειδή μεγάλωσα με Τόλκιν (και Λάβκραφτ και Μούρκοκ), προσβάλλομαι σφόδρα.
Κι έλεγα, ο αδαής, ότι το Ύζαμπελ ήταν ηλίθιο...
Αίσχος.
Αλλά η συγκεκριμένη τριλογία απεδείχθη σήμερα προσβολή της νοημοσύνης μου, πυροδότησε υπαρξιακά ερωτήματα και προκάλεσε διαμαρτυρία των πολύ ωραίων και άκρως ενδιαφερόντων (κατά γενική ομολογία) βιβλίων που περιμένουν να διαβαστούν στο κομοδίνο μου.
Στο πρώτο βιβλίο μαθαίνουμε για 5 φίλους από το Τορόντο που βρίσκονται με μαγικό τρόπο σ'έναν άλλο κόσμο, όπου θα παίξουν σημαίνοντα ρόλο σ΄έναν πόλεμο ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι. Τους συμβαίνουν διάφορα εξωπραγματικά, η μοίρα τους είναι μοναδική και ιδιαίτερη. Μαθαίνουμε επίσης ότι αυτός ο κόσμος έχει ένα κακό μέρος όπου ο κακός της υπόθεσης έχει φτιάξει ένα απεχθές ζιγκουράτ (θυμίζει κάτι;), υπάρχουν όντα που θυμίζουν ξωτικά (θυμίζει κάτι;), υπάρχουν νάνοι (θυμίζει κάτι;), υπάρχει ένας καλός μάγος με ασημένια μπέρτα που καπνίζει πίπα κι ένας κακός που προκαλεί κακό χαμό με μια χύτρα (θυμίζει κάτι;), υπάρχει μια φυλή καβαλάρηδων (θυμίζει κάτι;), υπάρχει η φυλή των ανθρώπων (θυμίζει κάτι;), υπάρχουν μιαρά, τερατώδη πλάσματα (θυμίζει κάτι;).
ΟΚ. Το καταπίνω.
Στο δεύτερο βιβλίο εμφανίζεται ένας μονόκερος. Εμφανίζεται ο βασιλιάς Αρθούρος και η Γκουίνεβιρ. Εμφανίζεται ένας δράκος της θάλασσας που σκοτώνει τα όντα που θυμίζουν ξωτικά, που κάνουν το ταξίδι πέρα από τη θάλασσα για να "πεθάνουν" (θυμίζει κάτι;), υπάρχουν και γίγαντες σ'ενα βουνό που το λένε Καθ Μίγκολ (δεν θυμίζει κάτι, ε;).
Το καταπίνω κι αυτό.
Στο τρίτο βιβλίο εμφανίζεται ο Λάνσελοτ και εξεγείρεται η συνείδησή μου. Τι θα ακολουθούσε αν συνέχιζα την ανάγνωση; Ο Διγενής Ακρίτας, ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, ο Ζίγκφριντ, ο Ρώμος κι ο Ρωμύλος με τη μάνα τους τη Λύκαινα, καμιά Λίλιθ, ο Αδάμ και η Εύα, η κιβωτός με το Νώε κι όλα τα ζωντανά, ο Γκιλγκαμές, ο Ανούβης, ο Άμμων-Ρα, ο Μαμ-Ρα; Γιατί δεν διαβάζω τον Κανταρέ; Τη βιογραφία του Βιττγκεσταϊν; Τη βιογραφία του Νίτσε; Τον Ρουσσώ; Τον Παπαγιώργη; Τι στην ευχή κάνει ο Λάνσελοτ εδώ πέρα που, όχι μόνο ανασταίνεται απ'τους νεκρούς (Νάρνια φάση; wtf?), ανασταίνει κι έναν νάνο που απόθανε; Δεν μπορώ να καταλάβω (ούτε θα προσπαθήσω να καταλάβω) τι θέλησε να κάνει ο Καναδός ραψωδός, τι προσπάθησε να φτιάξει και για ποιο λόγο. Προφανώς αντέγραψε τον Τόλκιν. Προφανώς πήρε ένα τυπικό θέμα (την πάλη του καλού με το κακό) και αξιοποιήσε (είμαι ευγενής) πλάσματα και ανθρωποξωτικοτερατογεωγραφία του Τόλκιν. ΟΚ, fair enough που λένε στο χωριό μου. Αλλά τι δουλειά έχει ο Αρθούρος και ο Λάνσελοτ κι οι μονόκεροι

Το χειρότερο δεν είναι ότι προέκυψαν τρια βιβλία χωρίς συνοχή, βουτηγμένα στη σαχλαμάρα και σε αχρείαστες υπερβολές. Το χειρότερο είναι ότι αυτό το έκτρωμα συγκρίνεται με τον Άρχοντα. Επειδή διάβασα τον Άρχοντα στην τρυφερή ηλικία των 13 ετών, όταν ο νους έδινε λυσσαλέες (και άνισες, συχνά) μάχες με τις ορμόνες κι επειδή μεγάλωσα με Τόλκιν (και Λάβκραφτ και Μούρκοκ), προσβάλλομαι σφόδρα.
Κι έλεγα, ο αδαής, ότι το Ύζαμπελ ήταν ηλίθιο...
Αίσχος.