Αντί να βραβεύουν Αμερικανό για να ικανοποιήσουν τα παράπονα των Αμερικανών, ή τον οποιονδήποτε που δε διάγει βίο λογοτέχνη - ποιητή ( σκεφτείτε πως για τους πιο αγαπημένους μας λογοτέχνες δεν γνωρίζουμε μόνο τα βιβλία τους, αλλά και ποιοί υπήρξαν όπως και στροφές της ζωής τους, μπορούμε να μιλήσουμε γι' αυτούς με έναν άλλο τρόπο και θέλουμε να γνωρίζουμε αυτό το παραπάνω ), θα μπορούσαν να εισάγουν έναν αναχρονισμό, επιλέγοντας να βραβεύσουν κάποιους απ' όλους αυτούς τους απέραντους αλλά ξεχασμένους καλλιτέχνες και να προάγουν την άριστη λογοτεχνία. Για να μη γράψω τώρα το νόμπελ στο Stendhal και πετάτε ντομάτες, βάλτε όποιο όνομα θέλετε στη θέση του, ή επιτρέψτε να πω ότι κάποιοι απ' τους αγαπημένους των νόμπελ είναι ανάξιοι οποιασδήποτε αναφοράς. Μου έκανε τεράστια εντύπωση όταν το 2006, ο ένας απ' τους δυο αγαπημένους μου συγγραφείς πήρε το νόμπελ λογοτεχνίας γιατί δεν υπάγεται στη συγγραφική γκάμα της εποχής και γιατί το ρεύμα ήταν τέτοιο που είχε άλλο πολιτικό ηχόχρωμα και απαιτεί υπερβολικό κόπο μέχρι την πρώτη αποκωδικοποίηση βιβλίου του. Επιπροσθέτως εκείνη την εποχή δούλευα μερικές ώρες σ' ένα βιβλιοπωλείο, ούτε που είχα πάρει χαμπάρι πως έγινε η απονομή κι επειδή ήταν συνοικιακό το μαγαζί και είχε πεπερασμένη πελατεία συγκεκριμένων προτιμήσεων, ναι μεν δεν εξεπλάγην όταν ο αινιγματικός κύριος που αγόραζε μόνο λευκώματα και κάτι περίεργα ακτιβιστικά βιβλία και νομίζω επίσης το Ρικάρντο Ρέις, μου ζήτησε την Ιστανμπούλ, αλλά όταν η ζήτηση της αφορούσε ανθρώπους που έρχονταν κάθε βδομάδα να κοιτάξουν τα bell ( δεν υπονοώ τίποτα απολύτως για όσους διαβάζουν bell κι εγώ διαβάζω ), ή να παραγγείλουν το secret ( ναι εδώ υπονοώ ), τον κώδικα Ντα Βίντσι και Άντρες και γυναίκες απ' την Αφροδίτη κλπ κλπ εκεί πλέον κάτι κατάλαβα. Για 'μενα, ο Παμούκ έχει τρομερό ειδικό βάρος, όχι για τους περισσότερους, γι' αυτό βλέποντας απ' τη σκοπιά μου όταν θυμάμαι χαρακτηριστικά 4 κυρίες, η μια μετά την Ιστανμπούλ να επιμένει στον Παμούκ και οι άλλες να προχωρούν στις βιβλιοθήκες πίσω - πίσω, αυτές που δεν κινούνται με τη μόδα, εκεί το θεωρώ νίκη της λογοτεχνίας.
Επειδή, ίσως κάποιοι αρπαχτούν απ' αυτό, τι ακριβώς θα πει ''διάγω ζωή λογοτέχνη''. Δε σημαίνει πάντως πως ο Ντύλαν δεν υπήρξε διορατικός, δε γνώρισε την ανθρώπινη φύση, δεν έμαθε μέσα απ' τη ζωή του που ήταν πολύ πέρα απ' το σύνηθες ώστε να αποκτήσει τρόπους, αυτούς τους ίδιους τρόπους που κάπου - κάπου αλλάζουν τη ζωή μας όταν διαβάζουμε κάτι καλό. Είναι όμως ένας άνθρωπος πασίγνωστος, όπου η γνώση των πονημάτων - έργων του αποκτιέται εύκολα και κατακτάται ακόμη ευκολότερα. Πόσο κόπο και κόστος θέλει να διαβαστεί ένα βιβλίο; Είναι το ίδιο με ένα τραγούδι; Βέβαια απ' την άλλη πιο έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να μπει ευκολότερα μέσα μας και να μείνει εκεί, αλλά απ' την άλλη πιο θα απαιτήσει περισσότερη σκέψη;
Ο μουσικός θέλει να αλλάξει συχνά κάτι στο τώρα που βλέπει στραβό, είναι καθρέφτης της κοινωνίας με έναν άμεσο και εύκολο τρόπο και ο συγκεκριμένος μουσικός είχε και έχει την ευκαιρία να το κάνει. ας αναλογιστούμε αν ένας Καρυωτάκης ή μια ξεχασμένη Dickinson αποκτούν ποτέ αυτή την ευκαιρία της διάδοσης και της αναγνώρισης αν δεν τύχει κάποιος να μελοποιήσει τους ‘’Μοιραίους’’, ή το ‘’Ερωτικό κάλεσμα’’ λόγου χάρη. Και μιας κι αναφέρθηκα στο Λουντέμη πόσα παιδιά θυμούνται το Ένα παιδί μετράει τα άστρα και τα άλλαξε μέσα τους; Αλλά πόσοι γνωρίζανε το Ερωτικό κάλεσμα πριν τους Κατσιμίχα και πόσους θα μπορούσε να βοηθήσει μέσα τους αν είχαν μια ευκαιρία να μάθουν το Συννεφιάζει; Το Ερωτικό κάλεσμα μελοποιείται, οι Κερασιές όμως;
Οι ευκαιρίες πρέπει να δίνονται εκεί που δεν υπάρχουν. Στην ποίηση δε δίνονται, στη λογοτεχνία δε δίνονται. Και τέλος - τέλος στη δημιουργία του δικού μας προσωπικού νοητικού χώρου και στη σκέψη εμείς οι ίδιοι δε δίνουμε καμιά ευκαιρία και κυκλοφορούμε σα ζόμπι. Κι η λογοτεχνία με τη διάδοση και τη διαιώνιση της μπορεί να αλλάξει πάρα πολλά.
Αλήθεια, έχετε σκεφτεί πόσα κάκιστα βιβλία δε θα είχαν υπάρξει ποτέ, αν οι συγγραφείς τους είχαν διαβάσει οι ίδιοι;
Πώς θα ήταν ο κόσμος αν οι λογοτέχνες είχαν την ίδια προβολή και ζούσαν με τον ίδιο τρόπο που ζουν οι τραγουδιστές; Θα διάβαζαν περισσότεροι; Ίσως, ή ίσως όχι.
Θα υπήρχαν λιγότεροι πραγματικοί συγγραφείς; Ναι. Γιατί η κίνηση και το εφήμερο φως δε συνάδουν με τη ζωή του λογοτέχνη. Και όχι δε φαντάζομαι το λογοτέχνη να κάθεται σ' ένα υπόγειο με πορτατίφ κλικ κλακ και να σκέφτεται μέχρι που να λέει ''στοπ δε μπορώ - δε θέλω να σκεφτώ άλλο'', αλλά πολύ περισσότερο ως εκείνος που ζει αποτραβηγμένα και παράλληλα μέσα στον κόσμο, μαθαίνοντας τους ανθρώπους, μαθαίνοντας για τους ανθρώπους, κινούμενος σιωπηλά, με κρότο μέσα από σελίδες.
Σε αυτούς τους ανθρώπους πρέπει να δίνεται η ευκαιρία.