Κάλλιο αργά πάρα ποτέ 
Μετα την οργή, ερχεται η ηρεμία . Η συζήτηση του Χερτσογκ με τον Λούκα είναι, νομίζω, από τα σημαντικότερα και ωραιότερα κομμάτια του βιβλίου. Ο Χέρτσογκ, ανοίγεται και για πρώτη φορά μιλάει για την οργή και τον πόνο που νιώθει. Οταν καποιος δεν ξέρει γιατι ζει ή γιατι πεθαίνει, λέει με απόλυτη αυτοεπίγνωση ο Χέρτσογκ στον παιδικό του φίλο, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να κακοποιήσει ή να γελειοποιήσει τον ευατό του. Εχει καταφέρει να τα κανει και τα δύο.
Παραδέχεται ότι η μανία του με τις επιστολές είναι μια διαφυγή από τον πόνο που νιώθει, όπως και το πένθος του Λουκα για τον Ρόκο.
“I go after after reality with language. Perhaps I’d like to change it all into language…..”
Αυτή η συζήτηση, ίσως η πιο βαθιά, και πιο πραγματική επαφή που ειχε ο Χέρτσογκ με έναν άλλο άνθρωπο σε όλο το βιβλίο τον φέρνει αντιμέτωπο με την κατάστασή του, την οργή που νιώθει, τα τραύματα που κουβαλάει. Φαίνεται ότι θα μπορέσει επιτέλους να βρει λίγη γαλήνη.
Όσο για την επίσκεψη στη Φοίβη Γκέρσμπαχ, ο Χέρτσογκ καταλαβαίνει πολύ σύντομα ότι ήταν άσκοπη. Η Φοίβη ζει στο δικό της μικρόκοσμο – και είναι πραγματικά πολύ μικρός αυτός ο κόσμος – προσποιείται ή αρνείται να δει την πραγματικότητα για να συνεχίσει να διατηρεί τα προνομιά της ως συζυγος του Γκέρσμπαχ. Σε καμια περιπτωση δεν θα παραδεχτεί την αλήθεια, ουτε θα βοηθήσει τον Χέρτσογκ. Το καταλαβαίνει και ιδιος, αντιλαμβάνεται την αδυναμία της και ειναι ευγενικός και συμπονετικός μαζί της. Η Φοίβη ειναι ο πιο αδιάφορος χαρακτήρας στο βιβλίο.
Μετα την οργή, ερχεται η ηρεμία . Η συζήτηση του Χερτσογκ με τον Λούκα είναι, νομίζω, από τα σημαντικότερα και ωραιότερα κομμάτια του βιβλίου. Ο Χέρτσογκ, ανοίγεται και για πρώτη φορά μιλάει για την οργή και τον πόνο που νιώθει. Οταν καποιος δεν ξέρει γιατι ζει ή γιατι πεθαίνει, λέει με απόλυτη αυτοεπίγνωση ο Χέρτσογκ στον παιδικό του φίλο, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να κακοποιήσει ή να γελειοποιήσει τον ευατό του. Εχει καταφέρει να τα κανει και τα δύο.
Παραδέχεται ότι η μανία του με τις επιστολές είναι μια διαφυγή από τον πόνο που νιώθει, όπως και το πένθος του Λουκα για τον Ρόκο.
“I go after after reality with language. Perhaps I’d like to change it all into language…..”
Αυτή η συζήτηση, ίσως η πιο βαθιά, και πιο πραγματική επαφή που ειχε ο Χέρτσογκ με έναν άλλο άνθρωπο σε όλο το βιβλίο τον φέρνει αντιμέτωπο με την κατάστασή του, την οργή που νιώθει, τα τραύματα που κουβαλάει. Φαίνεται ότι θα μπορέσει επιτέλους να βρει λίγη γαλήνη.
Όσο για την επίσκεψη στη Φοίβη Γκέρσμπαχ, ο Χέρτσογκ καταλαβαίνει πολύ σύντομα ότι ήταν άσκοπη. Η Φοίβη ζει στο δικό της μικρόκοσμο – και είναι πραγματικά πολύ μικρός αυτός ο κόσμος – προσποιείται ή αρνείται να δει την πραγματικότητα για να συνεχίσει να διατηρεί τα προνομιά της ως συζυγος του Γκέρσμπαχ. Σε καμια περιπτωση δεν θα παραδεχτεί την αλήθεια, ουτε θα βοηθήσει τον Χέρτσογκ. Το καταλαβαίνει και ιδιος, αντιλαμβάνεται την αδυναμία της και ειναι ευγενικός και συμπονετικός μαζί της. Η Φοίβη ειναι ο πιο αδιάφορος χαρακτήρας στο βιβλίο.
Last edited: