τὤκανα

Σε ένα κείμενο τού 1920 (στην δημοτική), λέει:
"Κρέας μὲ κυδώνια. Γιὰ σένα τκανα."

Κανονικά δεν θά 'πρεπε να είναι είτε "τοὔκανα", είτε απλώς "τὄκανα"?

Και επαναλαμβάνει το ίδιο πράγμα και πιο μετά, όπως στο "Κι ἔπρεπε νὰ τχῃς κόψῃ", "... τστρωναν ἐκεῖ-ἔξω στὸ φαγοπότι.", κ.λπ.

Προφανώς, γράφει όπως μιλάμε (αφ' ού είναι στην δημοτική), άρα το πιο λογικό θα ήταν το "τὄκανα", "τὄχῃς", "τὄστρωναν".

Τί παίχτηκε?
 
Αγαπητοί, η περίπτωση που σας απασχόλησε εδώ είναι αρκετά σύνθετη και ίσως δεν περιττεύουν μερικά σχόλια.

Εν πρώτοις, αξίζει να διευκρινιστεί ότι το φαινόμενο /u/ + /e/ > /o/, που έχει ήδη μεσαιωνική αρχή, δεν είναι συναίρεση, διότι δεν πρόκειται για συγχώνευση των αρθρωτικών χαρακτηριστικών με προϊόν μακρό φωνήεν, ούτε έκκρουση, διότι δεν πρόκειται για αποβολή τού ασθενεστέρου από το ισχυρότερο φωνήεν. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για κράση, κατά την οποία οι δύο συνεχόμενοι φθόγγοι συγκλίνουν σε φωνήεν με ενδιάμεσα χαρακτηριστικά. Εν προκειμένω, τα αφιστάμενα /u/ και /e/ έτειναν στο παρελθόν να συγκεράννυνται δίνοντας ως προϊόν το ενδιάμεσο /o/: μεσν. ὁπόχει, ὁπόκαμες, ν.ελλ. μο 'δωκε, σο 'χει (απαντούν είτε με ενωμένη είτε με διακριτή γραφή). Η τάση αυτή έχει πλέον οριστικά υποχωρήσει.

Η σύγχρονη Νέα Ελληνική, που διακρίνει καθαρότερα τα φωνήεντα βασιζόμενη στα νότια ιδιώματα, δεν ευνοεί πλέον την κράση, αλλά την έκκρουση. Έτσι, στις ίδιες περιπτώσεις υποχωρεί κατά κανόνα το /e/ ενώπιον του ισχυρότερου /u/ ή /o/ και λέγεται πλέον: που 'χει, μου 'δωσε, που 'κανες, σου 'χει - το 'κανα. Η περίπτωσή σας αποτελεί έκκρουση, την οποία ο γραφέας παρασύρθηκε να γράψει σαν κράση (αλλά ανορθόγραφα).

Γιατί, όμως, στο παρελθόν ορισμένοι έτειναν να γράφουν το προϊόν τής κράσεως με -ω-: πὤχει; Ο λόγος είναι ότι αυτό συνέβαινε συνήθως στις κράσεις τής Αρχαίας Ελληνικής: τὰ ὅπλα > θὦπλα, καὶ ὅσοι > χὦσοι, καὶ ὅτι > χὦτι κτλ. Φυσικά, οι παράμετροι της αρχαίας κράσης ήταν εντελώς διαφορετικές, διότι η αρθρωτική ποικιλία των φωνηέντων ήταν πολύ ευρύτερη. Φαίνεται επίσης ότι ορισμένοι δεν αναγνώριζαν σωστά τον φθόγγο [ο] και νόμιζαν ότι είναι αρκτικός τού ρήματος, πράγμα που τους έκανε να τον θεωρούν χρονική αύξηση: π.χ. συχνά συναντούμε γραφές όπως πώφερα (που έφερα), πώκαμε (που έκαμε) κτλ. και εδώ εντάσσεται η δική σας περίπτωση: τώκανα. Εν πάση περιπτώσει, η κράση τής Νέας Ελληνικής, οπουδήποτε συναντάται, πρέπει να γράφεται με τον απλούστερο φωνητικό τρόπο: με [ο].

Ελπίζω κάποια από τα σημεία αυτά να αποδείχθηκαν χρήσιμα και κατανοητά. Ευχαριστώ.
 
Θα θεωρουταν οτι γινεται συναιρεση δυο φωνηεντων, τοεκανα, σε ω καθοτι ειναι μακρο, θεωρητικα.
Κι εγώ, στην αρχή, αυτό σκέφθηκα. Τώρα, όμως, διάβασα την απάντηση τού δόκτορος :ρ

Αγαπητοί, η περίπτωση που σας απασχόλησε εδώ είναι αρκετά σύνθετη και ίσως δεν περιττεύουν μερικά σχόλια.

Εν πρώτοις, αξίζει να διευκρινιστεί ότι το φαινόμενο /u/ + /e/ > /o/, που έχει ήδη μεσαιωνική αρχή, δεν είναι συναίρεση, διότι δεν πρόκειται για συγχώνευση των αρθρωτικών χαρακτηριστικών με προϊόν μακρό φωνήεν, ούτε έκκρουση, διότι δεν πρόκειται για αποβολή τού ασθενεστέρου από το ισχυρότερο φωνήεν. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για κράση, κατά την οποία οι δύο συνεχόμενοι φθόγγοι συγκλίνουν σε φωνήεν με ενδιάμεσα χαρακτηριστικά. Εν προκειμένω, τα αφιστάμενα /u/ και /e/ έτειναν στο παρελθόν να συγκεράννυνται δίνοντας ως προϊόν το ενδιάμεσο /o/: μεσν. ὁπόχει, ὁπόκαμες, ν.ελλ. μο 'δωκε, σο 'χει (απαντούν είτε με ενωμένη είτε με διακριτή γραφή). Η τάση αυτή έχει πλέον οριστικά υποχωρήσει.

Η σύγχρονη Νέα Ελληνική, που διακρίνει καθαρότερα τα φωνήεντα βασιζόμενη στα νότια ιδιώματα, δεν ευνοεί πλέον την κράση, αλλά την έκκρουση. Έτσι, στις ίδιες περιπτώσεις υποχωρεί κατά κανόνα το /e/ ενώπιον του ισχυρότερου /u/ ή /o/ και λέγεται πλέον: που 'χει, μου 'δωσε, που 'κανες, σου 'χει - το 'κανα. Η περίπτωσή σας αποτελεί έκκρουση, την οποία ο γραφέας παρασύρθηκε να γράψει σαν κράση (αλλά ανορθόγραφα).

Γιατί, όμως, στο παρελθόν ορισμένοι έτειναν να γράφουν το προϊόν τής κράσεως με -ω-: πὤχει; Ο λόγος είναι ότι αυτό συνέβαινε συνήθως στις κράσεις τής Αρχαίας Ελληνικής: τὰ ὅπλα > θὦπλα, καὶ ὅσοι > χὦσοι, καὶ ὅτι > χὦτι κτλ. Φυσικά, οι παράμετροι της αρχαίας κράσης ήταν εντελώς διαφορετικές, διότι η αρθρωτική ποικιλία των φωνηέντων ήταν πολύ ευρύτερη. Φαίνεται επίσης ότι ορισμένοι δεν αναγνώριζαν σωστά τον φθόγγο [ο] και νόμιζαν ότι είναι αρκτικός τού ρήματος, πράγμα που τους έκανε να τον θεωρούν χρονική αύξηση: π.χ. συχνά συναντούμε γραφές όπως πώφερα (που έφερα), πώκαμε (που έκαμε) κτλ. και εδώ εντάσσεται η δική σας περίπτωση: τώκανα. Εν πάση περιπτώσει, η κράση τής Νέας Ελληνικής, οπουδήποτε συναντάται, πρέπει να γράφεται με τον απλούστερο φωνητικό τρόπο: με [ο].

Ελπίζω κάποια από τα σημεία αυτά να αποδείχθηκαν χρήσιμα και κατανοητά. Ευχαριστώ.
Εμείς ευχαριστούμε, δόκτορ! Όλα τα σημεία αυτά αποδείχθηκαν χρήσιμα και κατανοητά (για εμένα, τουλάχιστον, αφ' ού έμαθα πράγματα).

Μία ερώτηση μόνον:
Όταν γίνεται κράση με το "και", δεν πρέπει στο προϊόν να μπει υπογεγραμμένη?
π.χ. καὶ ἐγὼ ‒> κᾀγώ, ή, στο παράδειγμά σας καὶ ὅσοι ‒> χᾦσοι
 
Last edited:
Κι εγώ, στην αρχή, αυτό σκέφθηκα. Τώρα, όμως, διάβασα την απάντηση τού δόκτορος :ρ


Εμείς ευχαριστούμε, δόκτορ! Όλα τα σημεία αυτά αποδείχθηκαν χρήσιμα και κατανοητά (για εμένα, τουλάχιστον, αφ' ού έμαθα πράγματα).

Μία ερώτηση μόνον:
Όταν γίνεται κράση με το "και", δεν πρέπει στο προϊόν να μπει υπογεγραμμένη?
π.χ. καὶ ἐγὼ ‒> κᾀγώ, ή, στο παράδειγμά σας καὶ ὅσοι ‒> χᾦσοι
Κατανόητο, αγαπητέ, το ερώτημά σας σχετικά με την κράση στην αρχαία Ελληνική.

Η υπογεγραμμένη (δηλ. ο φθόγγος -ι-) διατηρείται μόνο όταν το δεύτερο συμβαλλόμενο στοιχείο είναι δίφθογγος. Όταν μεταξύ των συγκερασμένων συλλαβών η πρώτη περιείχε -ι-, αυτό απαλείφεται χωρίς να αφήσει ίχνος στη νέα συλλαβή. Συνεπώς, έχουμε: καὶ εἶτα > κᾆτα, αλλά καὶ ἐγώ > κἀγώ.

Τα προϊόντα τής κράσεως δείχνουν ότι γενικά υπερίσχυαν τα αρθρωτικά χαρακτηριστικά τής δεύτερης συλλαβής έναντι της πρώτης. Ας θυμόμαστε επίσης ότι η υπογεγραμμένη (προσγεγραμμένη στην αρχαία γραφή) ήταν φωνούμενος φθόγγος και όχι στοιχείο τού γραπτού λόγου (διακοσμητικό τρόπον τινά) ή στοιχείο που επινοήθηκε αργότερα για τη διευκόλυνση της ανάγνωσης (όπως οι τόνοι, τα πνεύματα, η κορωνίδα κτλ.), συνεπώς οποιαδήποτε παρουσία ή απουσία της πρέπει να εξηγείται αρθρωτικά.

Ελπίζω να απαντήθηκε η ερώτησή σας. Ευχαριστώ.
 
Top