Μαγικές Απαριθμήσεις (στον Μπόρχες, στον Έσσε και αλλού)

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Ένας ελάσσων θεός στο φαντασμαγορικό πάνθεο του λογοτεχνικού τρόπου είναι και η φανταστική απαρίθμηση. Και είναι πάντα μια τέτοια απαρίθμηση μαγική καθώς βήμα-βήμα χτίζεται ένας κατάλογος από οπτασίες που πασχίζουν να μας πείσουν για το ανύπαρκτο. Σε κάποιους συγγραφείς απαντά περισσότερο απ’ ότι σε άλλους κι ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά παραδείγματα είναι το Άλεφ του Χόρχε Λουίς Μπόρχες (Jorge Luis Borges), το άπειρο αυτό σημείο στο οποίο συνυπάρχουν όλα τα επιμέρους σημεία του σύμπαντος ή όπως περιγράφεται στο ίδιο το διήγημα:
«…το μόνο μέρος πάνω στη γη όπου βρίσκονται όλα τα μέρη του κόσμου — ορατά από κάθε γωνία, καθένα στημένο καθαρά, χωρίς καμιά πιθανή σύγχυση ή συγχώνευση.»
Σχολιάζοντας το συγκεκριμένο διήγημά του ο Μπόρχες εξηγεί: «Ό,τι η αιωνιότητα είναι στο χρόνο, το Άλεφ είναι στο χώρο. Στην αιωνιότητα, ολόκληρος ο χρόνος —παρελθόν, παρόν και μέλλον— συνυπάρχει ταυτόχρονα. Στο Άλεφ, το σύνολο του χωρικού σύμπαντος περιέχεται σε μια μικροσκοπική ιριδίζουσα σφαίρα ούτε τρεις πόντους πλάτος.»

Έτσι στην ιστορία, αφού ο ήρωας συμμορφωθεί σε δυο-τρεις "γελοίες αναγκαιότητες" που του επιβάλει το μαγικό —όπως να πιει λίγο κονιάκ και να ξαπλώσει ανάσκελα στο πάτωμα— έρχεται η στιγμή που αντικρίζει αυτό το απίθανο κι υπέρτατο σημείο και μαζί έρχεται κι ο περιορισμένος κατάλογος που θα χρειαστεί για να περιγραφτεί το απεριόριστο σύμπαν. Μας διηγείται ο ήρωας:
«Κι όμως εκεί βρισκόταν το κοσμικό διάστημα δίχως σμίκρυνση. Κάθε πράγμα (η επιφάνεια ενός καθρέφτη, ας πούμε) ήτανε άπειρα αντικείμενα έτσι όπως τα αντίκριζα ξεκάθαρα από όλα τα συμπαντικά σημεία. Είδα την πυκνοκατοικημένη θάλασσα· είδα την αυγή και το σούρουπο· είδα τα πλήθη της Αμερικής· είδα τον ασημένιο ιστό μιας αράχνης στο κέντρο μιας μαύρης πυραμίδας· είδα έναν κομματιασμένο λαβύρινθο (ήτανε το Λονδίνο)· είδα μάτια ατέλειωτα, μέσα σε μένα, σαν σε καθρέφτη, τον εαυτό τους να εξετάζουν· είδα όλους τους καθρέφτες του πλανήτη κι ούτε ένας δεν με αντικατόπτρισε· είδα σε μιαν αυλή της οδού Σολέρ τα ίδια πλακάκια που ‘χα δει τριάντα χρόνια πριν στην είσοδο ενός σπιτιού στο Φραίη Μπέντος· είδα τσαμπιά σταφύλι· χιόνι· ταμπάκο· φλέβες μετάλλου· ατμό νερού· είδα στον ισημερινό κυρτές ερήμους και κάθε κόκκο από την άμμο τους· είδα στο Ινβέρνες μια γυναίκα που δεν θα ξεχάσω, είδα τις άγριες πλεξούδες της, το περήφανο κορμί της· είδα τον καρκίνο στο στήθος· είδα ένα εξοχικό στο Αδρογκέ· ένα αντίτυπο της πρώτης αγγλικής έκδοσης του Πλίνιου, αυτή του Φιλήμονος Χόλλαντ· είδα σε μια στιγμή κάθε γράμμα και κάθε σελίδα (παιδί, μου προκαλούσε θαυμασμό που τα γράμματα ενός τόμου κλειστού δεν ανακατεύονται και δεν χάνονται στο πέρασμα της νύχτας)· είδα ταυτόχρονα την νύχτα και την μέρα· είδα μια δύση στο Κερέταρο που λες και αντιφέγγιζε το χρώμα ενός ρόδου στην Βεγγάλη· είδα την άδεια μου κάμαρη· είδα σ’ ένα γραφείο στην Αλκμάαρ μια υδρόγειο σφαίρα αφημένη ανάμεσα σε δυο καθρέφτες που την πολλαπλασιάζαν δίχως τέλος· είδα άλογα με κυματιστές χαίτες· σε μιαν ακτή της Κασπίας Θάλασσας, μια χαραυγή, είδα ενός χεριού τα οστά τα ντελικάτα· είδα τους επιζώντες μιας μάχης να στέλνουν καρτ-ποστάλ· είδα σε μια βιτρίνα στο Μιρζαπούρ μια τράπουλα ισπανίας· είδα τις λοξές σκιές από φτέρες στο δάπεδο ενός θερμοκηπίου· είδα τίγρεις· έμβολα· βίσωνες· φουρτούνες και στρατεύματα· είδα όλα τα μυρμήγκια που υπάρχουν στην γη· είδα έναν περσικό αστρολάβο· είδα σ’ ενός γραφείου το συρτάρι (και αυτό μ’ έκανε να τρέμω) γράμματα άσεμνα, απίστευτα, λεπτομερή, που η Βεατρίκη είχε γράψει στον Κάρλος Αργεντίνο· είδα ένα αγαπημένο μνημείο στην Τσακαρίτα· είδα το αποτρόπαιο λείψανο από αυτήν που κάποτε υπήρξε η θελκτικότατη Βεατρίκη Βιτέρμπο· είδα την κυκλοφορία του σκούρου μου αίματος· είδα το ζευγάρωμα της αγάπης και την μεταλλαγή που ο θάνατος επιβάλλει· είδα το Άλεφ από κάθε σημείο· είδα στο Άλεφ την γη και στην γη ξανά το Άλεφ και στο Άλεφ την γη· είδα το πρόσωπό μου και τα ίδια μου τα σπλάχνα· είδα το δικό σου πρόσωπο κι ένιωσα ίλιγγο και έκλαψα, γιατί τα μάτια μου είχαν δει αυτό το μυστικό κι εικαστικό αντικείμενο που τ’ όνομά του σφετερίζονται οι άνθρωποι και που κανείς δεν το ‘χει δει: το ασύλληπτο το σύμπαν.»​
Κάμποσα πράγματα κι όμως τίποτε αν συλλογιστείς πως καταπιάνονται να περιγράψουνε τον σύμπαντα κόσμο και τώρα μπορούμε να παρακολουθήσουμε καλύτερα τον προβληματισμό του συγγραφέα όταν για το συγκεκριμένο διήγημα σχολιάζει:
«Το βασικό μου πρόβλημα στο γράψιμο της ιστορίας βρισκότανε σ’ αυτό που ο Ουώλτ Ουίτμαν κατόρθωσε με επιτυχία — στην καταγραφή ενός περιορισμένου κατάλογου από ατέλειωτα πράγματα. Η δουλειά αυτή, όπως είναι φανερό, είναι αδύνατη, γιατί τέτοια χαώδης απαρίθμηση δεν μπορεί παρά να είναι φτιαχτή, και κάθε καθαρά συμπτωματικό στοιχείο πρέπει να συνδεθεί με το γειτονικό του είτε με μυστική συσχέτιση είτε με αντίθεση.»

Μ’ αυτά τα λόγια στον νου το ξαναδιάβασμα μπορεί να επιβάλλει ενδιαφέροντες συσχετισμούς και νοήματα κι ενώ υπάρχει αλληλουχία στην περιγραφή της κοπέλας και την αρρώστια της καθώς και στην αναφορά στους καθρέφτες, μοναχά μπορούμε μαγικά να νιώσουμε την αόρατη, συνειρμική συσχέτιση που φέρνει το τσαμπί δίπλα στο χιόνι και το ταμπάκο.

Όπως και να’ χει έναν εξίσου θαυμαστό κατάλογο θα βρούμε στο διήγημα του Μπόρες Το Λαχείο της Βαβυλώνας όπου μια ολόκληρη χώρα ζει αγοράζοντας λαχνούς που το χρήμα είναι το λιγότερο που κληρώνουν. Τι κληρώνεται λοιπόν; Τι διήγημα ξεκινά ευθύς με την "σχεδόν αποτρόπαιη ποικιλία":
«Όπως όλοι οι άνδρες της Βαβυλώνας, έχω χρηματίσει ανθύπατος· όπως όλοι, σκλάβος· έχω όπως όλοι τους γνωρίσει την παντοδυναμία, την καταισχύνη, τα κάτεργα. Κοιτάξτε: απ’ το δεξί μου χέρι λείπει ο δείκτης. Κοιτάξτε: μέσα από τούτη τη σχισμή του μανδύα μου φαίνεται ένα κινναβάρινο σημάδι στο στομάχι μου: είναι το δεύτερο σύμβολο, το Beth. Το γράμμα αυτό, τις νύχτες με πανσέληνο, μου δίνει εξουσία πάνω σ’ όσους έχουν για σημάδι τους το Ghimel, με υποτάσει όμως σ’ εκείνους με το γράμμα Aleph, που τις αφέγγαρες νύχτες οφείλουν υπακοή στους Ghimel. Στο φως της χαραυγής, σ’ ένα κελάρι, έχω τραχηλίσει ιερούς ταύρους, μπροστά σε μια μαύρη πέτρα. Για ένα ολόκληρο σεληνιακό έτος, έχω κηρυχθεί αόρατος: φώναζα και δε μου αποκρίνονταν, έκλεβα ψωμί και δεν μου παίρναν το κεφάλι. Έχω γνωρίζει αυτό που αγνοόυν οι Έλληνες: την αβεβαιότητα. Σε μια μπρούτζινη αίθουσα, μπροστά στο σιωπηλό μαντίλι του στραγγαλιστή, μου στάθηκε πιστή η ελπίδα· στον ποταμό των απολαύσεων, ο πανικός. Ο Ηρακλείδης ο Ποντικός αναφέρει με θαυμασμό πως ο Πυθαγόρας θυμόταν να ‘χει υπάρξει ως Πύρρος, και πρωτύτερα ως Εύφορβος, και πρωτύτερα ως κάποιος άλλος θνητός· για να θυμηθώ ανάλογες μεταλλαγές, δεν έχω ανάγκη να προστρέξω ούτε στο θάνατο ούτε στη μαγγανεία.»​
Στο Ταξίδι στην Ανατολή (Die Morgenlandfahrt) του Έρμαν Έσσε (Herman Hesse) οι παράδοξοι ταξιδευτές βρίσκονται να διασχίζουν το χρόνο και τον χώρο σε μια ακαθόριστη αποστολή. Πέρα όμως από την προσπάθεια για τον κοινό σκοπό ο καθένας ξεχωριστά έχει τον δικό του προσωπικό στόχο μεσ’ στην καρδιά του. Θα μας αποκαλυφθούν μόλις τρεις τέτοιοι σκοποί στην συγκρατημένη απαρίθμηση του αγαπημένου συγγραφέα:
«…πολλά μέλη του Τάγματος είχαν θέσει για τους εαυτούς τους σκοπούς που, αν και τους σεβόμουν, δεν μπορούσα εντελώς να τους καταλάβω. Για παράδειγμα, ένας από αυτούς ήταν θησαυροκυνηγός και δε σκεφτόταν τίποτα άλλο από το να κερδίσει ένα μεγάλο θησαυρό που τον ονόμαζε "Τάο". Ένας άλλος πάλι είχε συλλάβει την ιδέα να πιάσει ένα συγκεκριμένο φίδι, στο οποίο απέδιδε μαγικές δυνάμεις και το ονόμαζε Κουνταλίνι. Ο δικός μου σκοπός του ταξιδιού και της ζωής μου, που είχε χρωματίσει τα όνειρα της όψιμης παιδικής μου ηλικίας, ήταν να δω την όμορφη πριγκίπισσα Φατιμά και, αν ήταν δυνατόν, να κερδίσω την αγάπη της.»
Φαίνεται λοιπόν πως ο Έσσε είναι κι αυτός ένας αφηγητής που βρίσκει την φανταστική απαρίθμηση χρήσιμη ή γοητευτική. Στον Λύκο της Στέπας (Der Steppenwolf) ο μοναχικός Χάρης βρίσκεται αντιμέτωπος με μια ατελείωτη σειρά από πόρτες που φέρουν μαγικές επιγραφές και από τις οποίες μπορεί να διαλέξει. Μας διηγείται:
«Στεκόμουν και πάλι στον πεταλοειδή διάδρομο μ’ όλη την έξαψη που μου είχε προκαλέσει η κυνηγετική περιπέτεια και κοιτούσα τις αμέτρητες πόρτες με τις δελεαστικές επιγραφές:
ΜΟΥΤΑΜΠΟΡ
ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ Σ’ ΟΠΟΙΟ ΖΩΟ Ή ΦΥΤΟ ΑΓΑΠΑΤΕ
*
ΚΑΜΑ ΣΟΥΤΡΑ
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΙΝΔΙΚΗΣ ΕΡΩΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΑΡΧΑΡΙΟΥΣ
42 ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ & ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
*
ΑΠΟΛΑΥΣΤΙΚΗ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ
ΠΩΣ ΝΑ ΑΥΤΟΧΕΙΡΙΑΣΤΕΙΤΕ ΜΕ ΤΟ ΓΕΛΙΟ
*
ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΜΕΤΑΒΛΗΘΕΙΤΕ ΣΕ ΠΝΕΥΜΑ;
Η ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ
*
Η ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ
ΤΙΜΕΣ ΛΟΓΙΚΕΣ, ΑΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
*
ΕΠΙΤΟΜΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΣΕ ΧΩΡΟ
ΔΙΑΜΕΣΟΥ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ
*
ΓΕΛΑΣΤΑ ΔΑΚΡΥΑ
ΚΟΥΒΟΥΚΛΙΟ ΧΙΟΥΜΟΡ
*
ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΕΥΚΟΛΗ ΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ
ΠΛΗΡΗ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΤΑ
ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΜΟΡΦΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ​

Η αλυσίδα των επιγραφών ήταν ατέλειωτη. Μια απ’ αυτές έλεγε:

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΕΓΓΥΗΜΕΝΗ​

Μου φάνηκε πως άξιζε τον κόπο να ρίξω μια ματιά κι έτσι άνοιξα την πόρτα και μπήκα.»​

Φαροφύλακας ©

(συνεχίζεται στην επόμενη ανάρτηση)
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Μαγικές απαριθμήσεις (συνέχεια)

Μια ακόμη παράδοξη απαρίθμηση μπορεί να είναι ένας κατάλογος βιβλίων που δεν έχουν γραφτεί, όπως για παράδειγμα η βιβλιογραφία ενός ανύπαρκτου συγγραφέα. Έτσι, Στην Αναζήτηση του Απόλυτου από τις Αφηγήσεις του Μπούστος Ντομέκ του δίδυμου Μπόρχες - Κασάρες συναντούμε ένα απόσπασμα της βιβλιογραφίας του Νιρεστάιν Σούσα. Περισσότερο όμως ενδιαφέρον παρουσιάζει το "ευαρίθμητο" έργο του Pierre Menard, συγγραφέα φυσικά του «Δον Κιχώτη», στο σχετικό διήγημα που βρίσκεται στις Μυθοπλασίες του Μπόρχες:
«Μετά από σχολαστική έρευνα στο ιδιωτικό του αρχείο διαπίστωσα πως το έργο αυτό αποτελείται από τα εξής:
α) Ένα συμβολιστικό σονέτο που δημοσιεύτηκε δυο φορές (με παραλλαγές) στην επιθεώρηση La conque (τεύχη Μαρτίου και Οκτωβρίου).
β) Μια μονογραφία, με θέμα τη δυνατότητα σύνταξης ενός ποιητικού λεξικού εννοιών, που δεν θα ήταν συνώνυμα ή περιφράσεις, σαν κι αυτές που διαμορφώνουν την τρέχουσα γλώσσα, "αλλά ιδεατά αντικείμενα, πλασμένα κατά συνθήκην και προορισμένα κατά βάσιν να καλύψουν ποιητικές ανάγκες" (Νιμ, 1901).
γ) Μία μονογραφία, με θέμα "σχέσεις και συγγένειες" στη σκέψη των Ντεκάρτ, Λάιμπνιτς και Τζον Ουίλκινς (Νιμ, 1903).
δ) Μία μονογραφία, με θέμα το Characteristica universalis του Λάιμπνιτς (Νιμ, 1904).
ε) Ένα τεχνικό άρθρο, με θέμα τη δυνατότητα εμπλουτισμού του σκακιού, δια της καταργήσεως ενός από τα δύο πιόνια των πύργων. Ο Μενάρ προτείνει, εισηγείται, συζητά και, εν τέλει, απορρίπτει την καινοτομία.
ϛ) Μία μονογραφία, με θέμα το Ars magna generalis του Ραμόν Λουλ (Νιμ, 1906).
ζ) Μία μετάφραση (με πρόλογο και σημειώσεις) του έργου του Ρούι Λόπες ντε Σεγούρα Το βιβλίο της ελεύθερης επινόησης και η τέχνη του σκακιού (Παρίσι, 1907).
η) Τα σχεδιάσματα μιας μονογραφίας, με θέμα τη συμβολική λογική του Τζορτζ Μπουλ.
θ) Μία εξέταση των βασικών μετρικών νόμων της γαλλικής πεζογραφίας, διανθισμένη με παραδείγματα από τον Σαιν-Σιμόν (Revue des langues romanes, Μονπελλιέ, Οκτώβριος 1909).
ι) Μία απάντηση στον Λυκ Ντυρτέν (που είχε αρνηθεί την ύπαρξη τέτοιου είδους νόμων), διανθισμένη με παραδείγματα απ’ τον Λυκ Ντυρτέν (Revue des langues romanes, Μονπελλιέ, Δεκέμβριος 1909).
ια) Μία χειρόγραφη μετάφραση του Aguja de navegar cultos του Κεβέδο, με τίτλο La boussole des précieux.
ιβ) Έναν πρόλογο στον κατάλογο της έκθεσης λιθογραφιών του Καρολύς Ουρκάντ (Νιμ, 1914).
ιγ) Το έργο Les problèmes d’un probléme (Παρίσι, 1917), που συζητά με χρονολογική τάξη τις λύσεις του περίφημου προβλήματος του Αχιλλέα και της χελώνας. Δύο εκδόσεις αυτού του βιβλίου έχουν κυκλοφορήσει μέχρι στιγμής· η δεύτερη έχει ως προμετωπίδα τη συμβουλή του Λάιμπνιτς "Ne craignez point, monsieur, la tortue", και αναθεωρεί τα κεφάλαια που είναι αφιερωμένα στον Ράσσελ και τον Ντεκάρτ.
ιδ) Μία πεισματική ανάλυση των "συντακτικών ηθών" του Τουλέ (N.R.F., Μάρτιος 1921). Ο Μενάρ — θυμίζω — διακήρυσσε πως ο ψόγος και το εγκώμιο είναι συναισθηματικές λειτουργίες που δεν έχουν καμία σχέση με την κριτική.
ιε) Μία μεταγραφή σε αλεξανδρινούς στίχους του Cimetière marin του Πολ Βαλερύ (N.R.F., Ιανουάριος 1928).
ιϛ) Ένα υβρεολόγιο κατά του Πολ Βαλερύ, στο Φύλλα για την καταστολή της πραγματικότητας του Ζακ Ρεμπούλ.(Το υβρεολόγιο αυτό, ειρήσθω εν παρενθέσει, είναι το ακριβές αντίστροφο της πραγματικής γνώμης του για τον Βαλερύ. Έτσι το κατάλαβε κι ο Βαλερύ, και η παμπάλαιη φιλία τους δεν διέτρεξε κίνδυνο.)
ιζ) Έναν "ορισμό" της κόμισσας Ντε Μπανιορέτζιο, στον "τροπαιούχο τόμο" — ο χαρακτηρισμός ανήκει σ’ έναν άλλο συνεργάτη της, τον Γκαμπριέλε Ντ’ Αννούντσιο — που η κυρία αυτή εξέδιδε κατ’ έτος για ν’ αποκρούει τα αναπόφευκτα ψεύδη των δημοσιογράφων και να παρουσιάζει "στον κόσμο και στην Ιταλία" μια αυθεντική εικόνα της προσωπικότητάς της, που είναι τόσο εκτεθειμένη (ακριβώς λόγω του κάλλους και των δραστηριοτήτων της) σε εσφαλμένες ή βιαστικές ερμηνείες.
ιη) Έναν κύκλο θαυμάσιων σονέτων για την βαρώνη Ντε Μπακούρ (1934).
ιθ) Έναν χειρόγραφο κατάλογο στίχων, που οφείλουν όλη τους την αποτελεσματικότητα στην στίξη.
Ιδού λοιπόν (χωρίς καμιά παράλειψη, εκτός από κάνα δυο ασαφή, περιστασιακά σονέτα, γραμμένα για το φιλόξενο — ή αχόρταγο — λεύκωμα της Madame Ανρί Μπασελιέ) το ορατό έργο του Μενάρ, κατά χρονολογική τάξη.»​
Πόσα όμως στοιχεία χρειάζονται για να δώσουν την αίσθηση όλων αυτών που καλούνται ν’ αντιπροσωπεύσουν; Απ’ ότι φαίνεται και δύο μόνο μπορεί να είναι αρκετά αφού στην ταινία Blade Runner κι ενώ ο Ντεκάρντ κρέμεται από το χέρι του Ρόυ στο κενό, αυτός του διηγείται τα απίστευτα πολλά πράγματα που έχει δει στις άκρες του διαστήματος μέσα από δύο μονάχα αναφορές σε μια από τις πιο αγαπημένες μου κινηματογραφικές ατάκες:
«Έχω δει πράγματα που εσείς οι άνθρωποι δεν θα μπορούσατε να φανταστείτε. Επιθετικά σκάφη να φλέγονται πέρα απ’ τον ώμο του Ωρίωνα, είδα ακτίνες C να λαμπιρίζουν στα σκοτάδια της Πύλης του Τανχάουζερ. Όλες αυτές οι στιγμές θα χαθούνε στον χρόνο όπως τα δάκρια στην βροχή. Ώρα να πεθάνω.»​
Αποτόλμησα κι εγώ ν’ απαριθμήσω σ’ ένα διήγημα που φέρει τον τίτλο Η Φωνή στην Πόλη όπου ο ήρωας, ένας ταξιδευτής μιας άπειρης πόλης, γνωρίζοντας τ’ αλφάβητο της γλώσσας των θεών μας εξηγεί:
«…κατέχοντας αυτήν την ανεκτίμητη γνώση μπορώ και διαβάζω τις γραφές τους που είναι σπαρμένες παντού και που μ’ οδηγούν σ’ αυτό το επακριβώς καθορισμένο οπουδήποτε. Η απόκλιση από την συμμετρία ενός παλιού, στραπατσαρισμένου περιστερώνα, τα φευγαλέα σχήματα που διαγράφουν λίγα φλούδια από λιόσπορα καθώς τα μαζεύει τ’ αγέρι, τα κενά σιωπής ανάμεσα στα μακρινά αλυχτήματα ενός σκύλου ή ο ρευστός ίσκιος μιας δεκαοχτούρας που φτερουγίζει πασχίζοντας ν’ αφήσει την γη μπορεί να είναι γράμματα και κουβέντες των θεών που αν και ποτέ δεν τις εννόησαν για εμάς, αυτές στέκουν εκεί παντοτινές κι ορθάνοιχτες εμπρός μας.»​
Ίσως όμως πιο αξιόλογη να είναι αυτή η απαρίθμηση από απαριθμήσεις που σκάρωσα εδώ πέρα, ορθά περιστασιακή και εύλογα αυθαίρετη καθώς σημείωσα πράγματα δικά μου αγαπημένα που μου ‘ρθαν στην σκέψη έτσι απλά αυτήν εδώ την στιγμή που κάθισα να γράψω.

Μια κατηγοριοποίηση είναι κι αυτή μια απαρίθμηση κι έτσι θα κλείσω με το γνωστό απόσπασμα από το δοκίμιο του Μπόρχες που φέρει τον τίτλο Η Αναλυτική Γλώσσα του Τζον Ουΐλκινς όπου συναντούμε ίσως την πιο ωραία απαρίθμηση από όλες:
«Αυτές οι αμφιλογίες, οι πλεονασμοί κι ανεπάρκειες μας θυμίζουν αυτές που ο δόκτωρ Φραντς Κουν αποδίδει σε συγκεκριμένη κινέζικη εγκυκλοπαίδεια που φέρει τον τίτλο Το Ουράνιο Εμπόριο της Αγαθής Γνώσης. Στις απόμακρές του σελίδες υπάρχει γραμμένο πως τα ζώα χωρίζονται σε:
αʹ) αυτά που ανήκουν στον Αυτοκράτορα
βʹ) βαλσαμωμένα
γʹ) εκπαιδευμένα
δʹ) γουρούνια
εʹ) σειρήνες
ϛʹ) μυθικά
ζʹ) αδέσποτα σκυλιά
ηʹ) συμπεριλαμβανόμενα σε αυτήν την κατηγοριοποίηση
θʹ) τρεμάμενα σαν τρελά
ιʹ) αμέτρητα
ιαʹ) χτενισμένα με βούρτσα φίνας καμηλότριχας
ιβʹ) και τα λοιπά
ιγʹ) που μόλις σπάσανε το βάζο
ιδʹ) που από απόσταση φαντάζουν σαν μύγες»
Φαροφύλακας ©

Τα κείμενα τα πήρα από τις εξής εκδόσεις:
  • "Ιστορίες", Χόρχε Λουίς Μπόρχες, μετάφρ. Κάτια Γουίλσον, εκδόσεις Ερμής, Αθήνα 1981
  • "Μυθοπλασίες", Χόρχε Λουίς Μπόρχες, μετάφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδόσεις Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1990
  • "Αφηγήσεις του Μπούστος Ντομέκ», Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Αντόλφο Μπιόι Κασάρες, μετάφρ. Τάσος Δενέγρης, εκδόσεις Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1989
  • "Ταξίδι στην Ανατολή», Έρμαν Έσσε, μετάφρ. Άρτεμις Δημητριάδου, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1980
  • "Ο Λύκος της Στέπας», Έρμαν Έσσε, μετάφρ. Γιάννης Κωστόπουλος, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1983
  • Το απόσπασμα από "την Αναλυτική Γλώσσα του Τζον Ουΐλκινς" το μετέφρασα απευθείας από τα ισπανικά καθώς και το απόσπασμα από το "Άλεφ" αν και σε αυτό αναπόφευκτα δανείστηκα μερικές φράσεις από την μετάφραση της κας Γουίλσον έτσι όπως την είχα εμπρός μου και την συμβουλευόμουν. Βεβαίως η δική της μετάφραση μάλλον είναι από τα αγγλικά καθώς την συλλαμβάνουμε να μεταγράφει παράξενα τις ισπανικές ονομασίες (π.χ. Κουερετάρο αντί Κερέταρο, Querétaro στο πρωτότυπο). Το κείμενό της όμως είναι όμορφο.
 
Για να καταλάβω, ο όρος "φανταστικές απαριθμήσεις" είναι δικός σου Φάρε; Προσπαθώ να καταλάβω τι είναι αυτό που σε γοητεύει στα αποσπάσματα που μας δίνεις. Ότι οι συγγραφείς προσπαθούν να μας πείσουν για το ανύπαρκτο; Θα περιμένω την απάντησή σου, γιατί αλλιώς κάποιες σκέψεις που κάνω ίσως να είναι εντελώς "εκτός".
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Δικός μου ο όρος. Κατά τ’ άλλα δεν έχω να προσθέσω κάτι παραπάνω.
Και πιστεύω πως οι όποιες σκέψεις σου δεν θα ‘ναι "εκτός". :)
 
Το θέμα αυτό με είχε προβληματίσει απʼ την αρχή, αλλά δε βρήκα το χρόνο να του αφιερωθώ λίγο. Η συζήτηση για τον Κοέλιο μου το ξαναθύμισε.

Λοιπόν, Φάρε, για να το ανοίγεις ως θέμα, φαντάζομαι ότι σε ιντριγκάρει και ότι κατά κάποιο τρόπο το θεωρείς μια πολύ ενδιαφέρουσα τεχνική. Πιστεύω ότι αυτό που σου αρέσει είναι ο μαγικός ρεαλισμός (magical realism) στον οποίο διακρίθηκε ο Μπόρχες (και ο Μάρκες, ίσως αυτό να προσπαθεί εκτός των άλλων και ο Κοέλιο).

Με τον όρο μαγικός ρεαλισμός, οι θεωρητικοί της λογοτεχνίας περιγράφουν τα μυθιστορήματα, που συνδυάζουν το ρεαλισμό (την αναπαράσταση καθημερινών, αναγνωρίσιμων καταστάσεων, τοποθεσιών, χαρακτήρων κλπ) μαζί με φανταστικά και ονειρικά στοιχεία. Σε γενικές γραμμές, θα λέγαμε ότι αν στο ένα άκρο βρίσκεται ο ρεαλισμός και στο άλλο άκρο η λογοτεχνία του φανταστικού, κάπου στη μέση έρχεται ο μαγικός ρεαλισμός.

Δύο ερωτήματα μου έρχονται αυθόρμητα. Όπως ξαναείπα, ο Μπόρχες και ο Μάρκες είναι δύο συγγραφείς (αναγνωρισμένοι και καταξιωμένοι) που δε μου πάνε. Δε μπορώ να τους διαβάσω, χωρίς να ξέρω ακριβώς το γιατί. Αναρωτιέμαι, λοιπόν, μήπως το θέμα μου δεν έχει να κάνει με την εθνικότητα (έτσι όπως τους κόλλησα την ταμπέλα «λατινοαμερικάνοι»), αλλά με το στοιχείο του μαγικού ρεαλισμού στα βιβλία τους. Μήπως, τελικά, αυτό το στοιχείο είναι που δε με βοηθάει να ταυτιστώ απόλυτα με τις καταστάσεις του μυθιστορήματος και να το βιώσω έτσι όπως βιώνω κάποια άλλα.

Όλο αυτό με πάει στο δεύτερο ερώτημα : Πιστεύω ότι οι κατηγοριοποιήσεις ρεαλισμός, μαγικός ρεαλισμός, λογοτεχνία του φανταστικού είναι κατά κάποιο τρόπο επίπλαστες, και στόχος είναι να ταξινομήσουν κάποια πράγματα, ώστε να διευκολύνεται η εξέτασή τους, η σύγκρισή τους κλπ. από τους ειδικούς. Στην ουσία και κατά βάθος, όλα είναι λογοτεχνία.

Ας πάρουμε π.χ ένα κλασικό, ρεαλιστικό μυθιστόρημα, τις Μεγάλες Προσδοκίες του Ντίκενς. Ο κεντρικός ήρωας είναι ο νεαρούλης Πιπ. Μα υπάρχει στʼ αλήθεια ο Πιπ; Ένα απλό (ή και σύνθετο) αποκύημα της φαντασίας του συγγραφέα δεν είναι; Όταν λέει ότι ο Πιπ είναι έτσι, έτσι κι αλλιώς σα χαρακτήρας δεν κάνει φανταστική απαρίθμηση (για να δανειστώ τον όρο του Φάρου); Όταν περιγράφει το σπίτι που μένει ο Πιπ, δεν κάνει φανταστική απαρίθμηση; Τι διαφορά έχει η απαρίθμηση του Ντίκενς από την απαρίθμηση του Μπόρχες όταν περιγράφει το Άλεφ; Επειδή ο Ντίκενς του δίνει υπαρκτό όνομα και ο Μπόρχες φανταστικό;

Μήπως ρωτάω βλακείες; Μήπως, τελικά, και το διάβασμα πρέπει να έχει ένα όριο; :μήπως;:
 
Last edited:

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Λοιπόν, Φάρε, για να το ανοίγεις ως θέμα, φαντάζομαι ότι σε ιντριγκάρει και ότι κατά κάποιο τρόπο το θεωρείς μια πολύ ενδιαφέρουσα τεχνική.
το "ιντριγκάρει" είναι κάπως υπερβολικό, απλά με αρέσει.. :ρ

Πιστεύω ότι αυτό που σου αρέσει είναι ο μαγικός ρεαλισμός (magical realism) στον οποίο διακρίθηκε ο Μπόρχες (και ο Μάρκες, ίσως αυτό να προσπαθεί εκτός των άλλων και ο Κοέλιο).
Παρεμπιπτόντως, και επειδή συνεχώς βλέπω να βάζετε τον Μπόρχες στο ίδιο καζάνι με τον επίσης εξαίρετο Μάρκες, προσωπικά δεν πιστεύω πως η σχέση τους είναι τόσο μεγάλη. Και όχι μόνον επειδή ο ένας είναι του μυθιστορήματος ενώ ο άλλος του διηγήματος. Για εμένα ο Μπόρχες είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, μια κατηγορία από μόνος του, όπως επίσης ο Κάφκα.

Ας πάρουμε π.χ ένα κλασικό, ρεαλιστικό μυθιστόρημα, τις Μεγάλες Προσδοκίες του Ντίκενς. Ο κεντρικός ήρωας είναι ο νεαρούλης Πιπ. Μα υπάρχει στʼ αλήθεια ο Πιπ; Ένα απλό (ή και σύνθετο) αποκύημα της φαντασίας του συγγραφέα δεν είναι; Όταν λέει ότι ο Πιπ είναι έτσι, έτσι κι αλλιώς σα χαρακτήρας δεν κάνει φανταστική απαρίθμηση (για να δανειστώ τον όρο του Φάρου);
Δεν είμαι βέβαιος πώς θα μπορούσε να οριστεί η φανταστική απαρίθμηση, ομολογώ πως δεν με απασχόλησε καθόλου. Ίσως ένας καλύτερος όρος θα ήταν "μαγική απαρίθμηση" αφού όπως προκύπτει από τα κείμενα που παράθεσα, φαίνεται πως συσχετίζεται με κάτι μαγικό.

Για να δούμε: το Άλεφ δηλ. το σημείο στο οποίο συνυπάρχουν όλα τα σημεία είναι μαγικό, το λαχείο της Βαβυλώνας που κληρώνει οτιδήποτε είναι μαγικό, μαγικό είναι και το τάγμα στο οποίο κάθε μέλος έχει την δική του απίθανη αποστολή, μαγικός είναι κι ένας διάδρομος με πόρτες που οδηγούν σε μεταφυσικά μέρη, μαγικές κι οι εικόνες από τα πέρατα τού διαστήματος εντυπωμένες στο μυαλό ενός Ανδροειδούς, ή ακόμη οι υποτιθέμενες γραφές των θεών που υπάρχουνε σκόρπιες τριγύρω. Κι όσο για την απαρίθμηση του έργου τού Πιέρ Μενάρ ή την κατηγοριοποίηση των ζώων σύμφωνα με την φανταστική Κινέζικη Εγκυκλοπαίδεια, φαντάζομαι πως είναι το παράταιρο περιεχόμενο (σε συνδυασμό με το έξυπνο χιούμορ) που τους δίνει την ποιότητα του μαγικού.

Να υποθέσω πως η περιγραφή τού Πιπ δεν μας κάνει; :ρ
 
[...] συνεχώς βλέπω να βάζετε τον Μπόρχες στο ίδιο καζάνι με τον επίσης εξαίρετο Μάρκες, προσωπικά δεν πιστεύω πως η σχέση τους είναι τόσο μεγάλη. [...]
Με το δίκιο σου παραπονιέσαι, αλλά ελπίζω ότι αφού διαβάσω τα Εκατό χρόνια μοναξιά και κάτι του Μπόρχες (αλήθεια, ποιό έργο του θα πρότεινες σαν πρώτο ανάγνωσμα; ), θ' αρχίσω να εμπλουτίζω τη συλλογή μου με τα καζάνια :ρ
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Θα πρότεινα ν’ αρπάξεις τις "Μυθοπλασίες" (Ficciones), να τις ξεφυλλίσεις και να διαβάσεις όποιο διήγημα σού αρέσει ο τίτλος του. Απλά πράγματα :))))
 
Φάρε,

πραγματικά δεν περίμενα να κάτσεις να απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα, που πιο πολύ ρητορικά ήταν. Μπράβο κουράγιο!

Όσο για το "μαγικές απαριθμήσεις", ναι, έτσι όπως το λες, βάζει τα πράγματα περισσότερο στη θέση τους. :ναι:
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Με έβαλες σε γόνιμες σκέψεις... ;)
 
Φάρε,
με δηλωμένη και πιστοποιημένη την αγάπη σου για τον Μπόρχες, θα ήθελα να σου συστήσω έναν συγγραφέα ο οποίος χαρακτηρίστηκε κάποτε ως "Μπόρχες των Βαλκανίων". Πρόκειται για τον Σέρβο Ντανίλο Κις.Το θέμα της λεπτομερούς απαρίθμησης και καταγραφής που έθιξες απαντά έντονα και στο δικό του έργο και ειδικά στο διήγημα Εγκυκλοπαίδεια των νεκρών, που βρίσκεται στην ομώνυμη συλλογή διηγημάτων του (εκδ. Εξάντας)
 
Καλησπέρα σε όλους και ειδικά σε σένα Φαροφύλακα.
Εκτιμώ ιδιαιτέρως την αισθητική και το περιεχόμενο της Λέσχης του Βιβλίου.
Μπράβο για τις "Μαγικές απαριθμήσεις",ομοίως αγαπώ τον Μπόρχες και τον φαντασιακό του
λαβύρινθο.Σίγουρα θα περνάω ώρες σ'αυτόν τον ιστότοπο.
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
φίλε, Αγρίππα, χαίρομαι που σου αρέσει η αισθητική τού φόρουμ μας, γιατί έχει δουλευτεί με μεγάλη έγνοια. Δυστυχώς αυτές τις μέρες πλήττεται από ένα τεχνικό πρόβλημα που εμφανίζει λάθος τους τονισμένους λατινικούς χαρακτήρες, αλλά παλεύουμε να το ξεπεράσουμε.. πού θα πάει.

Επίσης χαίρομαι που απαντάς στο συγκεκριμένο άρθρο το οποίο σημειώνει ένα πολύ συγκεκριμένο λογοτεχνικό στίγμα.

Καλωσόρισες :γεια:
 
Αυτές οι "απαριθμήσεις" Φάρε, πολύ με είχαν απασχολήσει από τότε που πρωτόγραψες αυτό το νήμα. Δε μπορούσα να καταλάβω τι ιδιαίτερο μπορεί να κρύβεται πίσω από μια απαρίθμηση και γιατί κάποιου το μάτι να κολλήσει σ' αυτό.

Μόλις ανακάλυψα ότι δεν είσαι ο μόνος που το μάτι του κολλάει στην συγκεκριμένη τεχνική. Σε ένα από τα θεωρητικά του βιβλία, ο Έκο αναλύει αυτό το φαινόμενο (αν κατάλαβα σωστά), το οποίο δεν το ονομάζει "απαρίθμηση" αλλά απλώς "λίστα". Και μια κριτική του βιβλίου εδώ
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
Πράγματι, επιτέλους να κάτι σχετικό κι ένα βιβλίο που προφανώς με την πρώτη ευκαιρία θα διαβάσω! :ναι:
 
Δεν ξέρω εάν ο Εκο δίνει στα ιδιαίτερα κείμενα, που αναφέρει ο Φάρος, το όνομα " λίστες " όμως εγώ, εάν κατάλαβα καλά, βρίσκω πιο δόκιμο τον όρο " μαγικός ρεαλισμός " ( που δεν τον γνώριζα ) και τον είχα περιγράψει σαν " ρεαλιστικά παραμύθια για μεγάλους ". Χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του είδους είναι ο Stefen King ιδιαίτερα στον " Μαύρο Πύργο " του. Ακόμη η πλειονότητα των συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας, νομίζω, ανήκουν σ΄αυτή την κατηγορία δηλ κάνουν " μαγικές απαριθημήσεις ". Ο Ασίμωφ στη " Γαλαξιακή Αυτοκρατορία " του περιγράφει όχι μόνο το χώρο του κάθε πλανήτη αλλά και τον τρόπο ζωής των κατοίκων με τα ήθη και τα έθιμα τους.
Τόχω πιάσει το νόημα του νήματος ;
 
Εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα.
Τελικά νομίζω οτι περισσότερο έγκειται στο suspension of disbelief το πως θα κατηγοριοποιηθεί ένα έργο.
Το αν θα το θεωρήσουμε ρεαλιστική (ή συμβατική) λογοτεχνία, λογοτεχνία με μαγικές απαριθμήσεις (ή μαγικός ρεαλισμός) ή λογοτεχνία του φανταστικού.

Όλα ίσως καταλήγουν στο πως θα εκλάβουμε εμείς το έργο διαβαζοντας το, και σύμφωνα με τον παραπάνω ορισμό του suspension of disbelief, πόσα πράγματα είμαστε διατεθημένοι να πιστέψουμε.

Παραδείγματος χαρη ο Στεφεν Κινγκ που αναφέρθηκε παραπάνω. Για πολλούς η λογοτεχνία που γράφει βρίσκεται στον χώρο του φανταστικου (μεταξυ των οποίων και για εμενα). Παρόλα αυτά μπορώ να καταλάβω τον Λολαντ παραπάνω, που τον τοποθετεί στον μαγικό ρεαλισμό. Ο Κινγκ γράφει σχεδόν πάντα για καθημερινούς ανθρώπους σε κοινές πόλεις με απλές ζωές που τους συμβαίνουν περίεργα πράγματα. Αν βγάλεις από την εξίσωση το στοιχείο του φανταστικού σε κάποια έργα του, το πιθανότερο είναι ότι θα συνεχίσουν να βγάζουν νόημα γιατί στο τέλος της ημέρας οι ιστορίες του αφορούν ανθρώπους.

Αρα κάπου εκει γίνεται και ο διαχωρισμός των ειδών για εμένα, χωρίς βέβαια να αναλύω την ποιότητα των συγγραφέων που αναφέρθηκαν.
 

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
ο μαγικός ρεαλισμός δεν έχει τίποτα να κάνει με τις μαγικές απαριθμήσεις για τις οποίες έγραψα πιο πάνω.. Για τον μαγικό ρεαλισμό, μάλιστα, είχαμε αντιπαράθεση απόψεων πριν κάμποσο καιρό εδώ πέρα.
:)
 
Νομίζω τότε οτι το σχόλιο στο ποστ μου ταιριάζει καλύτερα σε εκείνο το νημα.
Διαβάζοντας το (εκείνο εννοώ) τείνω να συμφωνήσω με την άποψη του Αμοντιλιάδο περι μαγικού ρεαλισμού. Οχι ακριβώς βέβαια, μιας και στο τέλος ισχύουν για εμένα αυτά που έγραψα στο ποστ παραπάνω.
 
Top