Κατερίνα Γώγου

Σαν χτες έβαλε τέλος στη ζωή της η Κατερίνα Γώγου πριν από 19 χρόνια. Μέχρι να ανακαλύψω ότι έγραφε ποίηση την ήξερα κι εγώ από τις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου και ούτε που θα μου περνούσε από το μυαλό ότι αυτό το κορίτσι θα έγραφε μια μέρα τέτοιους στίχους. Παραθέτω μια μικρή βιογραφία της και το αγαπημένου μου ποίημα:

Βιογραφία (πηγή http://www.athensvoice.gr/article/city-news-voices/news-voices/%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%AF%CE%BD%CE%B1-%CE%B3%CF%8E%CE%B3%CE%BF%CF%85 )

"Γεννημένη στην Αθήνα στις 1 Ιουνίου 1940 ασχολήθηκε από μικρή ηλικία με το θέατρο και τον κινηματογράφο, αλλά από τα τέλη της δεκαετία του 1970 ανακάλυψε την μεγάλη της αγάπη που δεν ήταν άλλη από τα ποίηματα. Συμμετείχε σε πολλές ταινίες («Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο/1959», «Άπονη ζωή/1964», «Δεσποινίς Διευθυντής/1964», «Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα/1965», «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση/1971»), ενώ για την ταινία «Το βαρύ πεπόνι» (1977) κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Το πραγματικά δημιουργικό πρόσωπο της Κατερίνας Γώγου όμως αναδύθηκε μετά τη Μεταπολίτευση και μέσα από την απαγγελία των ποιημάτων της σε μουσική Κυριάκου Σφέτσα στην «Παραγγελιά», ταινία του συζύγου της Παύλου Τάσιου ο οποίος την είχε σκηνοθετήσει και στο «Βαρύ πεπόνι», την πρώτη, ίσως, ρεαλιστική απεικόνιση της μεταπολιτευτικής ελληνικής κοινωνίας.

Το πρώτο της βιβλίο εκδόθηκε με τίτλο "Τρια κλικ αριστερά και ακολούθησαν: Ιδιώνυμο 1980, Το ξύλινο παλτό 1982, Απόντες 1986, Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών 1988. Όπως έχει πει ωστόσο ο Λεωνίδας Χρηστάκης “Η Κατερίνα ήταν έξω από κάθε λογής εκδοτικά και καλλιτεχνικά κυκλώματα και κλίκες.”

Μία αιρετική ασυμβίβαστη ποιήτρια που όταν άρχισε να γράφει “,,,,νόμιζα ότι θα σπάσει το στιλό,,,”, ένας Μαγιακόφσκι των Εξαρχείων (όπως την είχε χαρακτηρίσει κάποτε ο Τηλέμαχος Χυτήρης) που έγραφε γιατί “…δεν μπορούσα πια να κάνω αλλιώς” ανάμεσα σε αλκόολ, τσιγάρα και χάπια…"



Θαρθεί καιρός που θ' αλλάξουν τα πράματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
– μη βλέπεις εμένα – μην κλαις. Εσύ είσ' η ελπίδα
άκου θάρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
Δε θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απέξω
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θά 'μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι – σκέψου! – θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
Να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές
απροσάρμοστοι-καταπίεση-μοναξιά-τιμή-κέρδος-εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία – δε θέλω να λέω ψέματα –
δύσκολοι καιροί.
Και θάρθουνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω – μην περιμένεις κι από μένα πολλά –
τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω
κι απ' όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:
«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος».
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ' όλα αυτά Μαρία.


Άλλα σχετικά λινκς: tvxs.gr/node/44918 http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=469514
 
Τολμώ να ομολογήσω ότι δεν την ήξερα. Και διαβάζοντας μερικά ποιήματά της, απορώ πραγματικά για αυτό, γιατί μου αρέσει πάρα πολύ και νομίζω ταιριάζει και στο προσωπικό μου στιλ. Ευχαριστώ.
 
μ'αρεσει πολυ η γωγου, ακομα κ οταν επαιζε τη χαζουλα παντα νομιζω αποπνεε μια μελαγχολια

εχουν πολυ ενδιαφερον κ τα μελοποιημενα ποιηματα της, δεν μπορω να μην αναφερω το πιο γνωστο ισως:

Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μέτς.
Κάνουν ότι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν έρημους
Διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια
και οινόπνευμα για να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλοι μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτόρια Κουκάκι Γκύζη.
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
Τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων
δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ότι λάχει.
Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δικιά σας μόνο για γλείψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου.
 
Last edited by a moderator:
Πάνω κάτω η Πατησίων (Οι όψεις της μοναξιάς στην Κατερίνα Γώγου και 20 μελοποιημένα Ποιήματα της.)

Με αυτόν το τίτλο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Οδός Πανός» μια πολυσυλλέκτική έκδοση και ένα CD με νέες μελοποιήσεις των ποιημάτων της Κατερίνας Γώγου αναδεικνύοντας αυτή την cult μορφή, απαλλάσσοντας την από τα στερεότυπα της καταραμένης καλλιτέχνιδας.

Το άλμπουμ ακούγεται με ενδιαφέρον και συγκίνηση. Όλες οι μελοποιήσεις –πλην του «Εμένα οι φίλοι μου», που είναι επανεκτέλεση- έγιναν στη διάρκεια της τετραετίας 2008-2012, εκτός από το «Α, ρε σύντροφε» (Νίκος Καλλίτσης), που μελοποιήθηκε το 1980 και είναι ιστορικά η πρώτη μελοποίηση ποιήματος της Κατερίνας Γώγου, που ερμηνεύεται στην παρούσα κυκλοφορία από την Μάρθα Φριντζήλα. Επίσης ξεχωρίζουν και το «Αν καμιά φορά» με ερμηνεία της Σαβίνας Γιαννάτου και το «Συγκεκριμένο άνθρωπο» το οποίο προσέγγισε συνθετικά και ερμηνευτικά ο Παντελής Θεοχαρίδης.
Οι φωτογραφίες είναι των: Διονύση Πετρουτσόπουλου, Γιώργου Κορδέλλα, Κώστα Βλαχόπουλου και αγνώστων.

Πρόκειται για μία έκδοση «φόρος τιμής» σε μία μεγάλη καλλιτέχνιδα με ιδιαίτερες ευαισθησίες (σε κάποιο χειρόγραφο της σημειώνει : « Η μοναξιά μου δίνει λάθος πληροφόρηση[…]για την τιμή της τιμής μου.»)

Συνιστάται ανεπιφύλακτα σε όλους όσους την αγαπούν αληθινά.
 
Ας μιλήσουν τα ποιήματά της..

“Αν καμιά φορά με πιάσεις να λέω ψέματα
- σταμάτα να σου πω -
μη βιάζεσαι και με λες ψεύτρα..
Είναι τώρα που δεν μπορώ να ξεχωρίσω πια
και μπερδεύω το όνειρο
και που αρχίζει η αλήθεια....”


''Κοίτα πως χάνονται οι δρόμοι
μες τους ανθρώπους...
τα περίπτερα πως κρυώνουνε
απ΄τις βρεγμένες εφημερίδες
ο ουρανός
πως τρυπιέται στα καλώδια
και το τέλος της θάλασσας
από το βάρος των πλοίων
πόσο λυπημένες είναι οι ξεχασμένες ομπρέλες
στο τελευταίο δρομολόγιο
και το λάθος εκείνου που κατέβηκε
στην πιο πριν στάση
τα αφημένα ρούχα στο καθαριστήριο
και τη ντροπή σου
ύστερα από δύο χρόνια που βρήκες λεφτά
πως να τα ζητήσεις
πως τσούκου τσούκου
αργά μεθοδικά
με αλλοιώνουνε
να καθορίζουμε τη στάση μας στη ζωή
από το στύλ της καρέκλας..''
 
:πάνω:
"Αυτός εκεί
ο συγκεκριμένος άνθρωπος
είχε μια συγκεκριμένη ζωή
με συγκεκριμένες πράξεις.
Γι’ αυτό και
η συγκεκριμένη κοινωνία
για τον συγκεκριμένο σκοπό
τον καταδίκασε
σ’ έναν αόριστο θάνατο…"
 
Last edited:
Μοναξιά (1981)

Η μοναξιά...
δεν έχει το θλιμμένο χρώμα στα μάτια
της συννεφένιας γκόμενας.
Δεν περιφέρεται νωχελικά κι αόριστα
κουνώντας τα γοφιά της στις αίθουσες συναυλιών
και στα παγωμένα μουσεία.
Δεν είναι κίτρινα κάδρα παλιών «καλών» καιρών
και ναφθαλίνη στα μπαούλα της γιαγιάς
μενεξελιές κορδέλες και ψάθινα πλατύγυρα.
Δεν ανοίγει τα πόδια της με πνιχτά γελάκια
βοϊδίσιο βλέμμα κοφτούς αναστεναγμούς
κι ασορτί εσώρουχα.
Η μοναξιά.
Έχει το χρώμα των Πακιστανών η μοναξιά
και μετριέται πιάτο πιάτο
μαζί με τα κομμάτια τους
στον πάτο του φωταγωγού.
Στέκεται υπομονετικά όρθια στην ουρά
Μπουρνάζι – Αγ. Βαρβάρα – Κοκκινιά
Τούμπα – Σταυρούπολη – Καλαμαριά
Κάτω απ’ όλους τους καιρούς
με ιδρωμένο κεφάλι.
Εκσπερματώνει ουρλιάζοντας κατεβάζει μ’ αλυσίδες τα τζάμια
κάνει κατάληψη στα μέσα παραγωγής
βάζει μπουρλότο στην ιδιοκτησία
είναι επισκεπτήριο τις Κυριακές στις φυλακές
ίδιο βήμα στο προαύλιο ποινικοί κι επαναστάτες
πουλιέται κι αγοράζεται λεφτό λεφτό ανάσα ανάσα
στα σκλαβοπάζαρα της γης – εδώ κοντά είν’ η Κοτζιά –
ξυπνήστε πρωί.
Ξυπνήστε να τη δείτε.
Είναι πουτάνα στα παλιόσπιτα
το γερμανικό νούμερο στους φαντάρους
και τα τελευταία
ατέλειωτα χιλιόμετρα ΕΘΝΙΚΗ ΟΔΟΣ–ΚΕΝΤΡΟΝ
στα γαντζωμένα κρέατα από τη Βουλγαρία.
Κι όταν σφίγγει το αίμα της και δεν κρατάει άλλο
που ξεπουλάν τη φάρα της
χορεύει στα τραπέζια ξυπόλυτη ζεμπέκικο
κρατώντας στα μπλαβιασμένα χέρια της
ένα καλά ακονισμένο τσεκούρι.
Η μοναξιά
η μοναξιά μας λέω. Για τη δική μας λέω
είναι τσεκούρι στα χέρια μας
που πάνω απ’ τα κεφάλια σας γυρίζει γυρίζει γυρίζει γυρίζει
 
Προσωπικα θεωρω πολυ νοσηρα προτυπα και τη Γωγου και τον Ασιμο και το Σιδηροπουλο.Ανθρωποι που ειχαν προυποθεσεις να ζησουν σχετικα ομορφα και να αγωνιστουν πολυ δημιουργικα για την κοινωνια,χαραξαν ενα δρομο μηδενισμου και αυτοκαταστροφης.

Εκτιμω καποια κομματια απο το εργο που εχουν αφησει κ που ενιοτε γινονται συγκλονιστικα ,ομως δεν τους θεωρω σημεια αναφορας.Ειδικα η Γωγου -οταν την πρωτοδιαβασα στα 21 ηταν μια φριχτη εμπειρια που την ενιωσα να μου σκιαζει τον ηλιο..Νομιζω η κοινωνια εχει αναγκη απο φωνες να την ταρακουνησουν αλλα να την προτρεπουν σε αγωνες να της παρεχουν την ελπιδα,να προωθουν την αλληλεγγυη κι οχι την περιχαρακωση στο ναρκισσισμο της αυτοκαταστροφης κ της απαξιωσης της Κοινωνιας και της ζωης της ιδιας... Αυτο ειναι το πιο ευκολο...
Αυτους τους τρεις τους θεωρω προτυπα μιας γενιας που φαινεται να αποκηρυττει την ελπιδα.Μιας γενιας που θεωρει επανασταση το γκρεμισμα κι οχι το χτισιμο σε γερα θεμελια.Μιας γενιας που μαθαινει να ταυτιζει την ελευθερια με την ασυδοσια και την αποδομηση θεσμων και των αξιων!
Οποιος θελει να φερει τουμπα την πραγματικοτητα που τον πονα,προσπαθει,επιμενει ,πεθαινει αγωνιζομενος-οχι παραδινομενος σε χαπια ,πρεζες,γιατι τοτε ειναι τερμα συστημικος και μια απο τα ιδια.

Χρειαζομαστε ποιητες που να δινουν ελπιδα με την Αγαπη στον ανθρωπο,με εμπρακτο παραδειγμα Φιλαλληλιας,και την πιστη στο Φως και στις Καλυτερες Μερες...

Μπορει να κανω και λαθος,αλλα κουραστηκα τοσο...Φτανει πια το σκοταδι...
 
Αγαπημένα μου δικά της, ποιήματα γροθιές...

Πάει. Αυτό ήταν.

Πάει. Αυτό ήταν.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρώμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
Άρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σου ‘χα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που δεν θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.
κι ούτε που θα σε ξαναδώ.

Ναι. Έτσι είναι όπως τα λες..

Ναι. Έτσι είναι όπως τα λες.
Άμα ψάξεις βαθιά
βρίσκεις σπίτια δίπατα
πούχουν στο κατώι πύλινα δοχεία
λίγη ώρα μακρυά απ’ τη θάλασσα
και κοψοχρονιάς.
Και στο βουνό είν’ όμορφα
με δέντρα και ποτάμια
με γυναίκα και μια γίδα είσαι εντάξει.

Μόνο που εμείς είχαμε αποφασίσει
ν’ αλλάξουμε τον κόσμο
κι αυτό δεν γίνεται με εξοχή.
Τόχαμε πει αυτό.
Ψάχναμε να βρούμε όπλα
ξέραμε
πως όλοι πεθαίνουνε
αλλά υπάρχουνε θάνατοι που βαραίνουνε
γιατί διαλέγουμε οι ίδιοι τον τρόπο.

Και μείς αποφασίσαμε
το θάνατο στο θάνατο
γιατί αγαπάγαμε πολύ τη ζωή.
Ξέρω πως υπάρχουνε ατέλειωτες ακρογιαλιές
και δέντρα μες στη θάλασσα
κι ο έρωτας είναι σπουδαίο πράγμα.
Άλλα έπρεπε πρώτα να τελειώνουμε με τα
γουρούνια.

Ήρθες εδώ και κάπνιζες
κοιτώντας τα σανίδια.
Ήσουν αόριστος και μακρινός
κοκκίνιζες σαν τα κορίτσια
ούτε κουβέντα για όλα αυτά
ούτε και γω σου μίλησα
σούπα μονάχα "μη χάνεσαι"
και συ μου είπες "ναι μωρέ"
κι έφυγες ξεχνώντας τα τσιγάρα σου.

Έδωσα μια και γω
έτσι όπως έχω δει να κάνετε οι άντρες
και τρύπησα με το δάχτυλο
πέρα για πέρα το πακέτο.
Δεν ήτανε κι η μάρκα μου "μωρέ".
 
«Όποιος δεν έχει τίποτα, μονάχα αυτός ξέρει το τίποτα. Καμιά κουβέντα από κανέναν άλλο, "…τώρα να δούμε εσείς τι θα κάνετε …"».

[video=youtube;qWT9RTkSn_I]http://www.youtube.com/watch?v=qWT9RTkSn_I[/video]

(Γώγου «Για τέλος». Με λένε Οδύσσεια)

 
τι ειναι αυτα τα πραγματα; δηλαδη δεν αφησαν παρακαταθηκη το εργο τους; εσεις κρινετε δηλαδη μονο τον τροπο που απαφασισαν να βαλουν τερμα στην ζωη τους;
τους κατατασετε σε απλους χρηστες ναρκωτικων; για ονομα του θεου και της παναγιας.εσεις ετσι δεν εμφανιζεστε σαν μηδενιστρια;
συγνωμη ειμαι νεος ακομη κεδω στο φορουμ αλλα διαβαζοντας το ποστ σας μου εφυγε η μασελα ,θα σταματησω εδω ,δεν θα γραψω αλλο
 
Top