"Της Χαλιμάς τα Παραμύθια" — Μια μικρή ανάλυση

Φαροφύλακας

Απαρέμφατος Δροσουλίτης του πιο Μόρμυρου Φθόγγου
Προσωπικό λέσχης
(χμ.. μήπως θα έπρεπε να υπάρχει ξέχωρο υποφόρουμ για ποίηση; :χμ: )

"Της Χαλιμάς τα Παραμύθια" είναι ένα τραγούδι σε στίχους Δημήτρη Ιατρόπουλου, που μελοποίησε ο Γιάννης Σπανός και τραγούδησε ο Κώστας Κάραλης, το 1977.

[video=youtube;a1NPGX1708Y]https://www.youtube.com/watch?v=a1NPGX1708Y[/video]

Είναι ένα τραγούδι που αγάπησα από μικρός και που αναπόφευκτα ακόμα μου αρέσει. Μονάχα που μέσα στα πολλά πια χρόνια, άλλαξε αρκετά η ματιά μου σχετικά με αυτό.

Το τραγούδι έχει ως εξής:

Εγώ πουλάω την ψυχή μου
Στον έμπορα για δυο ψωμιά
Κι εσύ γυρεύεις την αλήθεια
στης Χαλιμάς τα παραμύθια

Εγώ βαστάω το τιμόνι
Να μην μπατάρει το σκαφί
Κι εσένα σου 'γιναν συνήθεια
Της Χαλιμάς τα παραμύθια

Εγώ το αίμα μου το δίνω
Να βρει η γενιά μου οδηγητή
Κι εσύ στην άμμο χτίζεις σπίτια
Στης Χαλιμάς τα παραμύθια

Εγώ ξεθάβω τους νεκρούς μου,
Τους ξαναβάζω στην γραμμή
Κι εσύ ξοδεύεις στα ξενύχτια
Στης Χαλιμάς τα παραμύθια

Παίξε λοιπόν κι εσύ στα ζάρια
Αν σου βαστάει, την αλήθεια
Μα δε γεννιούνται παλληκάρια
στης Χαλιμάς τα παραμύθια

Μικρός, λοιπόν, θαύμαζα αυτόν τον άντρα που μάχεται με τέτοια αυτοθυσία (που δίνει το αίμα του!) κι ένιωθα, φυσικά, μια περιφρόνηση για αυτόν τον άλλο που, όσο ο ένας παλεύει και μάχεται, εκείνος κάθεται και ζει μέσα στις Χαλιμάς τα Παραμύθια.

Πολύ αργότερα, πολύ πιο ώριμος, ακούγοντας το τραγούδι και προσέχοντας τους στίχους ένιωσα την άποψή μου να μεταστρέφεται κι αντί για έναν μαχητή είδα ξαφνικά έναν νάρκισσο.

Σε όλον τον στίχο βλέπουμε έναν αφηγητή που επαίρεται με ένα πλεόνασμα αλαζονείας. Ο οποίος δεν χάνει στροφή που να μην απαριθμήσει κάποια αξία του, κάποιο προτέρημά του, κάτι σπουδαίο που κάνει. Ο ίδιος για τον εαυτό του(!) Φωνάζει για τις αυτοθυσίες του, πως πουλάει την ψυχή του για δυο ψωμιά, πως δίνει το αίμα του, θυσιάζοντας εαυτόν για την γενιά του(!)

Μόνο που οι θυσίες κι οι αυτοθυσίες ταιριάζουν με την εντιμότητα της ταπεινοφροσύνης κι όχι με την ξιπασιά του αυτοκομπασμού.

Σαν να μην έφτανε αυτό, βγάζει μια χλεύη προς κάποιον ο οποίος δεν είναι καν παρών για να υπερασπιστεί τον εαυτό του.

Και τον κατηγορεί τάχα γιατί;

Διαβάζοντας τους στίχους, βλέπει κανείς πως ο αφηγητής προκύπτει σαν ένας άνθρωπος πολιτικοποιημένος, κάποιος που έχει στρατευτεί σε κάποιον αγώνα. Και κατηγορεί τον άλλον, τον φουκαρά, γιατί δεν του έμοιασε να γίνει τόσο ωραίος, γεμάτος στράτευση κι αυτοθυσία, όπως ο εαυτός του. Που δε είναι παλικάρι, όπως ο ίδιος(!) Τί άνθρωπος πρέπει να είσαι για να κάνεις κάτι τέτοιο, αλήθεια;

Όμως ας πούμε πως όντως ο άλλος, ο δεύτερος, χτίζει στην άμμο σπίτια και ταξιδεύει στης Χαλιμάς τα Παραμύθια. Δεν είναι τάχα αυτό δικαίωμα της ζωής του;

Το ποίημα, έχει ένα άρωμα αριστεράς (γραμμένο τέλη ’70, με νεκρούς κι οδηγητές) κι σκέφτομαι πως ειδικά κοιτώντας τους "αγώνες της αριστεράς", εκείνης που εξόντωνε τους ίδιους της τους αγωνιστές, εκείνης που μαχόταν για να ξημερώσει μια μέρα κομμουνισμού, δηλ. απολυταρχίας, εκείνης που αυτοαναλωνόταν να σπάει σε μικρά κομματάκια, μου μοιάζουν ακόμα πιο δικαιωμένες οι επιλογές του δεύτερου.

Αυτού που τσάτιζε τον πρώτο γιατί δεν εντασσόταν στον, κατά τ’ άλλα, τίμιο αγώνα του. Και πόσο θα πρέπει να τον τσάτιζε, αλήθεια, που κάθισε κι έγραψε ολόκληρο στίχο όπου κάθε στροφή είναι «κομπασμός για τις ποιότητές μου – χλευασμός για το ψεγάδι σου».

Πολύ άσχημα μου χτυπάει κι ο στίχος με τους νεκρούς:
Εγώ ξεθάβω τους νεκρούς μου,
Τους ξαναβάζω στην γραμμή


Μου θυμίζει εκείνη την ταινία με τον Ντέιβιντ Μπάουη που οι Ναζί χρειάζονταν ήρωες, στο ξεκίνησμά τους, και ηρωοποίησαν κάποιον που έπεσε περιστασιακά και δεν είχε να κάνει πραγματικά πολλά πράγματα με εκείνους. Ή, αν το θες, όπως τώρα η Χ.Α. ψάχνει να βρει ήρωες νεκρούς και γεμίζει γιγαντοαφίσες εκείνα τα δύο παιδιά, που σκοτώσανε οι άλλοι τρομοκράτες. (Και βλέποντας όλα αυτά, λες: τί καλά να παρατούσαν τους «αγώνες» όλοι αυτοί, ναζί, Χρυσή Αυγή, αριστεροί τρομοκράτες, και απλά να χτίζαν σπιτάκια στην άμμο με το κουβαδάκι τους και να διαβάζαν της Χαλιμάς τα Παραμύθια, πριν πέσουν για ύπνο).

Όταν μιλάς για τους νεκρούς, απλά σφετερίζεσαι τον λόγο τους. Κι όταν τους «ξαναβάζεις στην γραμμή», απλά δεν σέβεσαι το δικαίωμά τους στην γαλήνη.
 
Δεν είχα ακούσει αυτό το τραγούδι πριν. Η ανάλυση που έκανες ήταν ενδιαφέρουσα. Ελπίζω να κάνεις και άλλες αναλύσεις τραγουδιών ή ποιημάτων.
 
Top